δ. Ζάκυνθος
Το όνομα Ζάκυνθος είναι αρχαιότατον αναφερόμενον ήδη υπό του Ομήρου οφείλεται δε εις τον υιόν του Βασιλέως της Τροίας Δαρδάνου Ζάκυνθον. Ούτος κατά την παράδοσιν, εγκατεστάθη αρχικώς εις την Ψωφίδα της Αρκαδίας οπόθεν διεπεραιώθη εις την νήσον, όπου έκτισε πόλιν εις ην έδωκε το όνομά του.
Προ του Τρωικού Πολέμου υπήγετο η Ζάκυνθος εις το βασίλειον του Οδυσσέως είτα εγένετο αυτόνομος. Επί τι διάστημα κατελήφθη υπό των Αχαιών της Πελοποννήσου, πολλοί των οποίων και εγκατεστάθησαν συντόμως εν αυτή. Ανακτήσασα την ανεξαρτησίαν της συντόμως ήλθεν εις μεγάλην ακμήν, ιδρύσασα ιδίας αποικίας.
Κατά τους Περσικούς πολέμους αρχικώς παρέμειναν οι Ζακύνθιοι ουδέτεροι, μόνον δέ κατά την εν Πλαταιαίς μάχην ενίσχυσαν τούς Λακεδαιμονίους εις την δίωξιν των φευγόντων Περσών. Κατά τον Πελοποννησιακόν πόλεμον ευρέθησαν σύμμαχοι των Αθηναίων κατελήφθη δε η νήσος των υπό των Πελοποννησίων. Βραδύτερον απέκτησαν την ανεξαρτησίαν των μέχρι του 217 π.Χ. Κατά το 150 π.Χ. κατελήφθη η νήσος υπό των Ρωμαίων. Τω 466 μ.Χ. εδηώθη η Ζάκυνθος υπό του Γενζερίχου υπέστη δε και πολλάς άλλας επιδρομάς εκ μέρους των βαρβάρων. Επηκολούθησαν άλλαι δηώσεις της Ζακύνθου υπό των Σταυροφόρων και κατάκτησίς της υπό του Ρογήρου Α΄ της Σικελίας (1147), από τον οποίον την απελευθέρωσεν ο αυτοκράτωρ Μανουήλ, συμμαχήσας μετά των Ενετών. Εν συνεχεία περιήλθεν η Ζάκυνθος εις τους Παλατινούς Κόμητας (1206), τους Τόκους (1353) διετέλεσεν επί τινα χρόνον υποτελής εις τον Σουλτάνον, από δε του 1484 παρεχωρήθη δια συνθήκης εις τους Ενετούς, οίτινες και την εκράτησαν μέχρι του 1797, οπότε την κατέλαβον οι Γάλλοι.
Κατά το διάστημα 1484-1797 πολλοί Πελοποννήσιοι ήλθον εις Ζάκυνθον (Δικαίου Βαγιακάκου: Μανιάται εις Ζάκυνθον επί τη βάσει ανεκδότων εγγράφων του Αρχειοφυλακείου Ζακύνθου 1955).
Αλλ’ ακόμη η κατάστασις η οποία επεκράτησεν εις την Πελοπόννησον ευθύς μετά την άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως και η ρήξις της Βενετίας με τους Τούρκους (1463) ηνάγκασε πολλούς των κατοίκων της Πελοποννήσου να μετοικήσουν εις Ζάκυνθον. (Τω 1498 των Τούρκων καταλαβόντων την Κορώνην απήλθον οι Γρυπάρηδες εκ Κορώνης εις Κρήτην τω δε 1665 εις Μύκονον). Η οικογένεια Κοσμά εκ των ευγενών της Ζακύνθου ευρίσκεται εγγεγραμμένη εις την Χρυσήν Βίβλον. Αυτή ήτο απο τας παλαιοτέρας και ισχυροτέρας οικογενείας της Μάνης. Εις συνεννοήσεις με τον Δούκα του Νεβέρ (σελίς 53) μνημονεύονται μεταξύ των προυχόντων της Μάνης οι Ανδρέας Νικόλαος και Καλαπόθος, Κατελάνος και Πανταλέος (1612) και Μιχαλάκης Κοσμάς με τη γεννιά του και το χωρίον του (1618). Η οικογένεια αύτη κατήγετο εκ του Χωρίου Βάθεια της Μέσα Μάνης και από του έτους 1565, μαρτυρείται εγκατεστημένη εις Ζάκυνθον, μέλη της οικογενείας ταύτης κατέφυγον εις Κύθηρα πρβλ. Π. Καλονάρου Μεγάλη Ελλάς, Αθήναι 1914, σ. 128 σημ. 3. Α. Δασκαλάκη σελ. 54-60 . Βαγιακάκος: Μανιάται εις Ζάκυνθον.
Περισσότεροι των δέκα χιλιάδων Πελοποννησίων μη ανεχόμενοι την σκληρότητα των Οθωμανών και κατόπιν αδείας του Λορεδανού, αρχηγού της εις τας νήσους Βενετικής στρατιωτικής δυνάμεως μετώκησαν τω 1464 οικογενειακώς εις Ζάκυνθον, ταχθέντες υπό την Βενετικήν υπηκοότητα και αποκλειστικήν προστασίαν του Μιχαήλ Ράλλη, διοικητού των εις την Ζάκυνθον σταθμευόντων Στρατιωτών. Εις τους Πελοποννησίους τούτους εδόθησαν γαίαι ακαλιέργητοι τας οποίας εκαλλιέργησαν και εφύτευσαν δι αμπέλων, και άλλων οπορωφόρων δένδρων.
Ούτω κατά τα δέκα εξ έτη (1463-1479) του πολέμου μεταξύ Βενετών και Τούρκων αι Ιόνιοι νήσοι είχον αποβή άσυλον πολλών χιλιάδων προσφύγων εκ της ηπειρωτικής Ελλάδος, οι οποίοι κατώρθωσαν να μεταβάλουν τους αφόρους αγρούς εις αμπελώνας.
Μεταξύ τούτων αναφέρονται αι εξής οικογένειαι: (Ιστορικά απομνημονεύματα Επτανήσου υπό Π. Χιώτου, Τόμος 6ος περιέχων την ηθικήν κατάστασιν από Βενετοκρατίας μέχρι των ημερών ημών. Εν Ζακύνθω τυπογραφείον ο Φώσκολος 1887 και Σειράς απομνημονευμάτων υπό Π. Χιώτου. Τόμος τρίτος. Κέρκυρα, εκ του Τυπογραφείου της Κυβερνήσεως. 1863): Μπούλτσου ή Βούλτσου οικογένεια απαντά μέχρι σήμερον από τας αρχάς της ΙΣΤ΄ εκατονταετηρίδος.
Εν έτει 1571 αναφέρεταί Βούλτσος Ιωάννης στρατιώτης, ανδραγαθήσας και φονευθείς κατά την εισβολήν των Τούρκων εις το Φρούριον Ζακύνθου.
Ταβουλάριος Βούλτσος εν Μάνη (Ζαρνάτα) απαντά από του 1690 εν σελίδι 53 του παρόντος ίδε και επιστολήν προς Μοροζίνην 1684 (Απ. Δασκαλάκη σελίς 92).
Μαυρομιχάλης ομοίως 1690 το πρώτον εν Μάνη ίδε επιστολήν προς Μοροζίνην Κόρνερ σελ. 52,53 και εν Ζακύνθω Μαυρομιχαλάκι.
Οικογένεια: Κορωναίος ομοίως απαντάται έν Ζακύνθω. 1480 Τζάνες Κορωναίος και εν Μάνη τω 1618 (ίδε επιστολήν προς Νεβέρ σελίς 50) και Βλ. Σ. Λάμπρου: Η περί Πελοποννήσου έκθεσις του Βενετού Προνοητού Κόρνερ Δ.Ι.Ε.Ε/2 (1885) σελ. 298 (1690) και εν Κυθήροις (σελ.31) και κατά παράδοσιν από του 1430 (σελ.48).
Οικογένεια Παΐδη. Οικογένεια εκ των εγγεγραμένων εν τη Χρυσή Βίβλω τω 1550 εκαλείτο και Παγίδη. Ως επώνυμον απαντά εν Ζακύνθω από του 1483. Βλ. Χιώτη σ. 959. Κατά προικοσύμφωνον του 1575 ο Κων/ντίνος αδελφός του Αγίου Διονυσίου συνεζεύχθη την Σταματούλλαν Θεοδώρου Παΐδη εκ Κορώνης. Εν έτει 1585 η αυτή Σταματούλλα κατέστησε πληρεξούσιον τον αδελφόν της Παύλον Παΐδην (Βλ. Α΄ Ζωή Ο Άγιος Διονύσιος, 665). Επίσης οικογένεια Πλατυγένη κλπ., σελίς 63 Βαγιακάκος) εκ Κορώνης εις Ζάκυνθον και Βενετίαν ίδε και σελίδα 34 Καλόφωνος και Μανουράς.
Εν Ζακύνθω Κορωναϊκός εχαρακτηρίζετο ο εκ Κορώνης επί ελαιοδένδρων προς διάκρισιν εκ των εντοπίων (Βαγιακ.52.79, 88.112).
Επίσης Αγιαποστολίτης Θεόδωρος Κορωναίος την πατρίδα. Μετά την άλωσιν της Κορώνης κατέφυγε μετά των τέκνων του εν Ζακύνθω και κατεγράφη εν τω βιβλίω ευγενών. Έκτοτε οι απόγονοι διασωζόμενοι εν Ζακύνθω έλαβον όλα τα ευγενείας προνόμια, και συναριθμούνται μεταξύ των παλαιοτέρων οικογενειών. Ο Θεόδωρος αριστεύσας κατά τους πολέμους Βενετών και Καρόλου Ε΄ Αυτοκράτορος και Βασιλέως της Ισπανίας, ετιμήθη ιππότης. Δι’ αυτοκρατορικού διπλώματος παρεχωρήθησαν αυτώ ως φέουδα δύο εν Σκόρτα συνοικίαι Λεοντάριον και άγιος Γεώργιος εντός της περιφερείας Καρυταίνης κατά τα μεθόρια Κορώνης. Το αυτοκρατορικόν διάταγμα γραφέν εν Βαρκελώνη τη 13η Ιουλίου του 1533 εξέδωκε Λατινιστί και Ελληνιστί μετάφρασιν ο Μουστοξύδης εν Ελληνομνήμονι σελ. 143.
Ο Βαγιακάκος συνεχίζει: τα δημιουργηθέντα δε τότε πολεμικά σώματα των Ελλήνων Στρατιωτών ιδίως μάλιστα εν Μάνη, οπου είχε συγκροτηθή η περίφημος Luogotenenza della strata di Maina (Στρατόπεδον των εν Μάνη Στρατιωτών) προσέφερον σημαντικάς υπηρεσίας εις τους Βενετούς. Ούτοι εύρισκον πάντοτε τους Μανιάτας προθύμους εις τους πολέμους αλλά και πάντοτε τους εγκατέλειπον εν τελεί.
Τα επαναστατικά κινήματα τα όποια επηκολούθησαν επέτυχον πολλά αλλ’ είχον άδοξον τέλος διότι η Βενετία δια της συνθήκης του 1479 εγκατέλειψεν εντελώς την Ελλάδα. Ως προς την Μάνην επροφασίσθη ότι και πρότερον δεν υπήγετο αύτη υπό την Βενετίαν, αλλά υπό την ελληνικήν Αυτοκρατορίαν την οποίαν διεδέχθη φυσικώς η Οθωμανική. Δια τούτο και οι Τούρκοι άμα τη ειρήνη εζήτησαν την διάλυσιν των ελληνικών τούτων σωμάτων, οι δε Βενετοί δεν εδίστασαν να αποκηρύξουν τον Μπούαν και τον Κλαδάν (τούτον μάλιστα και να τον επικηρύξουν ορίσαντες δι’ αποφάσεως του Μεγάλου Συμβολίου της 23/1/1480 αμοιβήν 10 χιλιάδων υπεπύρων Μεθώνης).
Εκ των νήσων η Ζάκυνθος ως γειτνιάζουσα περισσότερον με την Πελοπόννησον εδέχθη και το μεγαλύτερον μέρος των φυγάδων. Ιδίως πολλοί κατέφυγον εις αυτήν μετά την παραχώρησή της εκ μέρους των Τούρκων προς τους Βενετούς (1483) και την δημοσίευσιν προκηρύξεως της Βενετικής Γερουσίας, δια της οποίας εκαλούντο πάντες οι επιθυμούντες να εγκατασταθούν εις την νήσον, προς πύκνωσιν του ένεκα διαφόρων αιτιών αραιωθέντος πληθυσμού αυτής.
Οι Βενετοί ενδιεφέρθησαν κυρίως δια την εγκατάστασιν εις την νήσον Στρατιωτών ίνα ούτοι χρησιμεύσουν δια την προστασίαν της νήσου. Εις βραχύ δε χρονικόν διάστημα οι Στρατιώται της Ζακύνθου ανήλθον εις 1.500 οικογενείας.
Μεταξύ των άλλων Πελοποννησίων έσπευσαν τότε και πολλοί Μανιάται επήλθε δε μεγάλη ανάμιξις πληθυσμού και γλώσσης εις την νήσον ώστε οι Βενετοί διοικηταί απέδιδον εις τούτο και την δυσκολίαν της τηρήσεως της τάξεως.
Επί πλέον οι Μανιάται μετανάσται ετήρουν και προς τους Ζακυνθίους την συνήθειαν της εκδικήσως του αίματος. Διά τούτο και οι φόνοι ήσαν συχνοί.
Προς τούτοις η απώλεια της Ναυπάκτου, Μεθώνης και Κορώνης και η εν έτει 1540 εγκατάλειψις εκ μέρους των Βενετών της Μονεμβασίας και του Ναυπλίου, των τελευταίων κτήσεων επί της Πελοποννήσου, είχεν ως αποτέλεσμα την εις ευρυτέραν έκτασιν μετανάστασιν των κατοίκων και εις άλλας Ιονίους νήσους και εις την Ζάκυνθον.
Ο δε Χιώτης αναφέρει: Οι Βενετοί άμα κατέσχον τας νήσους επεμελήθησαν του να ακμάσωσι αύται εν ευανδρία και καλλιεργεία. Εν τοσούτω νέοι εγκάτοικοι προσετίθεντο τοις παλαιοίς. Αι γέαι εκαλλιεργούντο, τα προϊόντα επολλαπλασιάζοντο, η ναυτιλία προήγετο, η συναλλαγή ηυδοκίμει.
Γείτονες αι νήσοι Κεφαλληνία και Ζάκυνθος τοις διωκωμένοις υπό του άπιστου Πελοποννησίοις, κειμένη η Κέρκυρα κατά τα πρόθυρα της Ανατολικής Μεσογείου, όθεν οι εχθροί της Χριστιανωσύνης διέρχονται να ακονίσωσι σπάθην επί του τραχήλου των Ιταλιωτών, προσφέρουσι καταφύγιον παντι Έλληνι διαφεύγοντι την τυραννίαν υπό τας πτέρυγας του τότε ισχυρού λέοντας της Βενετίας. Τα διατάγματα των κυβερνητόρων απάντων των νήσων προσκαλούνται Έλληνας πανταχόθεν και Ιταλιώτας επί οικισμώ και φύλαξιν των νήσων. Εξ αυτών καθίστανται στρατιά ιππικού και πεζικού έτοιμος να προστατεύη τας νήσους κατ’ επιβολάς πολεμίων και να συντρέχη εις τους πολέμους της Βενετίας. Θεμελιούνται νέαι κατοικίαι εις τας περιχώρους εκάστης νήσου. Πολυανθρωπείται το άστυ αυτής και φρούρια οικοδομούνται, οίκοι περί τον όρμον εγείρονται, ναοί επί λατρεία του Υψίστου καθιδρύονται, δημόσια καταστήματα επί ασφαλεία και διαχειρήσει των δημοσίων. Μεθωναίοι, Κορωναίοι, Ναυπλιώται, Μονεμβασιώται, Ζύγχιοι, (Ναυαριναίοι), Ηλείοι και κατά τους τελευταίους της πολιτείας πολέμους, Αθηναίοι, Ακαρνάνες, Ηπειρώται, Χίοι, Κύπριοι και Κρήτες έχουν άσυλον τας νήσους, ενώ καταστρέφεται η πατρίς εκάστου. Υπό την σημαίαν του Αγίου Μάρκου λαμβάνουν αυτοί ασφάλειαν ζωής, επινομήν ιδιοκτησίας, προνόμια ιθαγενείας, εξάσκησιν απόλυτον εις θείαν λατρείαν.
Ο Βαγιακάκος συνεχίζει: κατά το έτος όμως 1546 ως καταφαίνεται εξ αναφοράς του προβλέπτου προς τον Δόγην, οι Κορωναίοι και οι Μανιάται ήσαν τόσοι πολλοί εν Ζακύνθω ώστε ενούμενοι εις το Συμβούλιον ανεδείκνυον κατ’ έτος τους κατά την γνώμην των άξιους προκαλούντες ούτω την αποτυχίαν των εντοπίων και την ένεκα τούτων έκφρασιν παραπόνων εκ μέρους των.
Φαίνεται δέ ότι οι πρώτοι εγκατασταθέντες Μανιάται εις την Ζάκυνθον ήσαν Στρατιώται. Διότι το 1494 ήδη μαρτυρείται εγκατεστημένη εις Ζάκυνθον εκ Μάνης οικογένεια Σκιαδοπούλου της οποίας μέλη αναφέρονται ως Στρατιώται. Εκ Μάνης επίσης κατήγετο η εν Ζακύνθω οικογένεια του Κοντοστάβλων, ήτις επί Βενετοκρατίας ήτο μία των εξεχουσών της νήσου οικογένεια με στρατιωτικήν παράδοσιν.
Κατά το έτος 1799 καταλήφθη η Ζάκυνθος υπό των Ρώσσων-Τούρκων, από δε του επομένου έτους (1800) περιελήφθη εις την Επτάνησον Πολιτείαν μέχρι του 1807, ότε δυνάμει της συνθήκης του Τελσίτ επανήλθεν εις Γαλλικήν κυριαρχίαν. Τω 1809 κατελήφθη υπό των Άγγλων, οίτινες και την εκράτησαν μέχρι του 1815. Έκτοτε απετέλεσεν ομού μετά των άλλων νήσων την αυτόνομον Ιόνιον Πολιτείαν, διατηρηθείσαν υπό Αγγλικήν προστασίαν μέχρι του 1864, οπότε επήλθεν η ένωσίς της μετά της Ελλάδος.