Skip to main content

α. Κορώνεια

1) Θεσσαλική Κορώνεια

Η πρώτη Κορώνεια υπήρξε πόλις Θεσσαλική, ήτο αρχαία πόλις της Φθιώτιδος. Οι κάτοικοί της ωνομάζοντο Κορωνείς ή Κορωναιείς ή Κορωναίοι. Αναφέρεται υπό του Στράβωνος, Πτολεμαίου και Στεφάνου Βυζαντίου. Κατά Στράβωνα η πόλις αύτη έκειτο μεταξύ του όρους Ναρθακίου και της πόλεως Μελιταίας και είχεν Ναόν της Ιτωνίας Αθηνάς. Εκ της πόλεως ταύτης εδόθη το όνομα και εις την Βοιωτικήν Κορώνειαν.
Ο Leake τοποθετεί ταύτην παρά το σημερινόν χωρίον Κισλάρ, όπου ευρίσκονται σήμερον ερείπια.
Κατά τους μυθικούς χρόνους υπήρξεν ο Αθαμάς υιός του γενάρχου Αιόλου και της Εναρέτης.
Ο Αθάμας έδωσε το όνομά του εις τους Αθαμάνας ή Αθαμανίους – αρχαίον λαόν, – οι οποίοι κατά τους ιστορικούς χρόνους κατώκουν την Πίνδον (Αθαμάνων όρη είναι παλαιά ονομασία του όρους Τσουμέρκα της οροσειράς της Πίνδου) και τα πέριξ της ή ακόμη την Νοτιοδυτικήν Ήπειρον και τμήμα του Νομού Τρικκάλων. Οι Αθαμάνες αναφέρονται υπό του Πλάτωνος ως Έλληνες (ανήκουν εις την Ήπειρον, Φυλή Ηπειρωτική – Τουρκοκρατούμενη Ελλάς Κ. Σάθα) κατά τον Πλίνιον είναι Αιτωλοί και κατά τον Στέφανον Βυζάντιον Ιλλυριοί ή Θεσσαλοί. Ο Στράβων θεωρεί αυτούς φυλήν βαρβαρικήν. ούτοι έλαβον μέρος εις τον ιερόν πόλεμον κατά των Φωκαέων ως σύμμαχοι των Μακεδόνων και εις την κατά της Ρώμης εκστρατείαν του Πύρρου ως σύμμαχοι αυτού. Η χώρα των Αθαμάνων απεκαλείτο Αθαμανία και εθεωρείτο ανήκουσα εις την Ηπειρον.
Πάντως οι Αθαμάνες αρχικώς έζων πολύ ανατολικώτερον παρά την Αχαίαν της Φθίας, όπου και το Αθαμάντιον πεδίον με την πόλιν Άλον, η οποία φέρεται ιδρυθείσα παρά του Αθάμαντος. εις την πόλιν Άλον υπήρχεν ακόμη και κατά τον πέμπτον αιώνα ευγενής οίκος αρχηγός του οποίου υπήρξεν ο Αθάμας υιός του Φρίξου, και εγγονός του προμνησθέντος Αθάμαντος.
Αθαμάντια δε εκαλούντο δύο περιοχαί της αρχαίας Ελλάδος. Μια της Βοιωτίας παρά την Κωπαΐδα και άλλη εις Φθιώτιδα παρά τον Παγασητικόν κόλπον οφείλουσαι αμφότεραι το όνομά των εις τον ως άνω μυθικόν Αθάμαντα. Η τελευταία αναφέρεται υπό του Στράβωνος ως Αθαμάντιον πεδίον, λέγεται δε ότι κατέφυγεν εκεί ο Αθάμας όταν διεσώθη υπό του Ηρακλέους κατά την στιγμήν κατά την οποίαν επρόκειτο να σφαγή και να θυσιασθή.
Ο Αθάμας υπήρξε Βασιλεύς του Ορχομενού και βραδύτερον των Θηβών και του Άλου. Είχε δύο τέκνα τον Φρίξον και την Έλλην (άτινα έφυγον με τον χρυσόμαλλον κριόν μακράν του μίσους της μητρυιάς των) εκ του πρώτου του γάμου μετά της θεάς των νεφών Νεφέλης, είτα εγκαταλείψας την Νεφέλην ενυμφεύθη την Ινώ θυγατέρα του Κάδμου και της Αρμονίας, αδελφήν δε της Σεμέλης μητρός του Διονύσου, εξ ης απέκτησε ετέρους δύο υιούς και μίαν θυγατέρα, ήλθε δ’ επίσης εις τρίτον γάμον με την Θεμιστώ.
Πάντοτε οι Θεσσαλοί εζήτουν να καταφύγουν νοτιώτερον. Ούτω δε και ο Αθάμας, θεσσαλικής καταγωγής, ήτο Βοιωτός Βασιλεύς και Βοιωτός Αρχηγός οικογενείας.

2) Βοιωτική Κορώνεια

Η Βοιωτική Κορώνεια ιδρύθη κατά την παράδοσιν υπό Βοιωτών της Θεσσαλίας εκδιωχθέντων υπό των Θεσσαλών εκ της εκεί ομωνύμου εαυτών πόλεως με το όνομα της οποίας ωνόμασαν και την νέαν των πόλιν.
Την Θεσσαλικήν καταγωγήν της Βοιωτικής Κορώνειας επιβεβαιοί και ο Παυσανίας, όστις αποδίδει την ίδρυσίν της εις τον Αθάμαντα και τους απογόνους του, οίτινες ήλθον εκ Θεσσαλίας και μάλιστα εις τον Κορωναίον ή Κόρωνον, τον θετόν υιόν του Αθάμαντος (υιόν του Θερσάνδρου, υιού του Σισύφου) εξ ου και το όνομά της. Η Κορώνεια αναφέρεται και υπό του Ομήρου. (Ιλιάς II στίχος 503). Πλησίον της πόλεως υπήρχεν Ιερόν του ως άνω ιδρυτού της Κορωνείας Κορωνού ή Κορωναίου.
Η Βοιωτική Κορώνεια ευρίσκετο δυτικώς της Κωπαίδος: αναφέρεται υπό του Στράβωνος, Παυσανίου, Στέφανου Βυζαντίου. Κατά τον Στράβωνα έκειτο η πόλις επί απομεμονωμένου λόφου κατά την είσοδον κοιλάδος, ήτις ήγεν νοτίως προς τον Ελικώνα. Από του λόφου τούτου, εφαίνετο η λίμνη της Κωπαΐδος, από δε τους πρόποδας αυτού εξετείνετο ευρεία πεδιάς μέχρι των ελών της λίμνης. Εκατέρωθεν του λόφου έρρεον δύο ρύακες ο Κοράλιος ή Κουάριος ανατολικώς ομώνυμος τοιούτου εν Θεσσαλία και ο Φάλαρος δυτικώς.
Ο κάτοικος της Κορωνείας ωνομάζετο Κορωναίος (Ηρόδοτος- Θουκυδίδης).
Εν αρχή των ιστορικών χρόνων η Κορώνεια αποτελεί μέλος του Βοιωτικού συνδέσμου, εκδίδει τω 550 και 480 π.Χ. τα πρώτα της νομίσματα με έμβλημα την Βοιωτικήν ασπίδα και το αρχικόν γράμμα του ονόματός της το Κόππα. Κατά το διάστημα της Αθηναϊκής ηγεμονίας (456-446) χαίρει πραγματικής ανεξαρτησίας και εκδίδει τα νεώτερα νομίσματά της με την κεφαλήν της Γοργόνας και την επιγραφήν ΚΟΡΟ. Η Κορώνεια εγένετο το πεδίον πολλών πολέμων. Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι επολέμησαν οι Κορωναίοι τω 423 υπό την αρχηγίαν των Θηβαίων παρά το Δήλιον εναντίον των Αθηναίων. Αλλ’ η πεδιάς της Κορωνείας υπήρξεν επίσης και το πεδίον της Νίκης του Αγησιλάου κατά των Θηβαίων τω 394 π.Χ. ως αναφέρει ο Ξενοφών εν τοις «Ελληνικοίς» του. Με την Ανταλκίδειον ειρήνην ανακτά η Κορώνεια την πλήρη αυτής ανεξαρτησίαν, οπότε εκδίδει την τρίτην σειράν των νομισμάτων της με την βοιωτικήν ασπίδα και κεφαλήν της Ιτωνίας Αθηνάς και το αρχικόν ΚΟ. Τω 371 η περιοχή της Κορωνείας γίνεται και πάλιν το θέατρον πολέμου μεταξύ των Λακεδαιμονίων συμμάχων και των Θηβαίων, ως λέγει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης.
Κατά τον ιερόν πόλεμον, η Κορώνεια κατά το 352, δις κατελήφθη υπό των Φωκέων αποσπασθείσα ούτω της Βοιωτικής συμμαχίας της. Κατά τας αρχάς του 4ου αιώνος παρουσιάζεται και πάλιν η Κορώνεια μέλος της νέας Βοιωτικής συμμαχίας. Τω 346 ο Φίλιππος της Μακεδονίας παραχωρεί την Κορώνειαν εις τας Θήβας, τους δε Κορωνιείς ή Κορωναίους πωλεί ως δούλους (Δημοσθένης). Η Κορώνεια συνετάχθη με τον Φίλιππον και τον Περσέα εις τους κατά των Ρωμαίων πολέμους αυτών (Πολύβιος). Η πόλις πολιορκείται δεινώς υπό του Φλαμινίου τω 196 π.Χ. και πίπτει, καταστρέφεται δε ολοσχερώς υπό των Ρωμαίων τω 171 π.Χ. Κατά τους χρόνους της Ρωμαϊκής κυριαρχίας εν Ελλάδι απώλεσε βεβαίως η Κορώνεια πάσαν πολιτικήν σημασίαν, κατά δε τους χρόνους του Στράβωνος ευρίσκεται ως επί το πολύ εν ερειπώδει καταστάσει. Εν τω συνεκδήμω του Ιεροκλέους του 6ου μ.Χ. αιώνος η Κορώνεια Βοιωτίας περιγράφεται ως άσημον χωρίον. Κατά τον Προκόπιον, ο κατά το φθίνοπωρον του 551 μ.Χ. συμβάς μέγας σεισμός κατέστρεψε, πλήν πολλών άλλων πόλεων της Βοιωτίας, και την Κορώνειαν. Σήμερον υπάρχει χωρίον και ομώνυμος Κοινότης εις την Επαρχίαν Λεβαδείας του Νομού Βοιωτίας.