Skip to main content

Δρακούλα Εμ. Στάη

Δρακούλα Εμ. Στάη

Έρις μεταξύ των τέκνων της οικογενείας Νικολού Κορωναίου (υπ’ αριθμ. 7) και της Δρακούλας Εμμ. Στάη (το γένος Βαλερίου Κασιμάτη) ιδίως δε μετά της Άννας Μηνά Κορωναίου. «Κυθηραϊκός Κήρυξ 1932, Φύλλον 1, Πανηγυρικόν Τεύχος».

Η ΔΡΑΚΟΥΛΑ ΣΤΑΗ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΟΡΩΝΑΙΟΥ
(Υπό Κ.Μ.Κ. Τσιτσίλια)

Ενταύθα παραθέτομεν μόνον μίαν περίπτωσιν αδικίας εναντίον της οικογενείας του Πάππου Μηνα Κορωναίου του ενδόξου Κυθηρίου Στρατηγού Π. Κορωναίου εις την οποίαν φέρεται αναμεμιγμένη και η κόρη του πλουσίου ευγενούς και εκ των καταπιεστών της νήσου, Βαλερίου Κασιμάτη, η πολυθρύλητος Δρακούλα, σύζυγος κατόπιν του Εμμ. Στάη.
Περί της γυναικός αυτής αναφέρεται ότι ήτο ευφυής και δραστήρια. Ανατραφείσα όμως εις πλούσιον οίκον ευγενών και συνηθείσασα εις την περιφρόνησιν των χωρικών οίτινες κατά τας Ενετικάς αντιλήψεις εθεωρούντο κατώτερα όντα ικανά μόνον προς εκμετάλλευσιν, δεν αντελήφθη εγκαίρως την τεραστίαν μεταβολήν την οποίαν υπέστη η ψυχολογική κατάστασις αυτών μετά την πτώσιν της Ενετίας και τον άνεμον της ελευθερίας όστις έπνευσεν εις την νήσον μετά την κατάληψιν αυτής υπό των Γάλλων και κατόπιν υπό των Ρωσσοτούρκων. Έζη ακόμη εις τον κόσμον τον ιδικόν της και επίστευεν ότι αναλλοίωτος θα εξηκολούθει η παντοδυναμία των ευγενών. Ότι δε τούτο φαίνεται αληθές προκύπτει και από την παρότρυνσιν την οποίαν έκαμε προς τον άνδρα της κατά την ημέραν του φόνου του υπό των χωρικών. Αλλ’ ας υπενθυμίσωμεν εν βραχυλογία το γεγονός αυτό.
Όταν τον Ιούλιον του 1800 οι χωρικοί επληροφορήθησαν ότι οι Ρωσσοτούρκοι ανεχώρησαν εκ της νήσου και ότι συνεπώς η προσωρινή διοίκησις αυτής ήτο ανίσχυρος, εισήλθον ένοπλοι εις την πόλιν. Οι άρχοντες φοβηθέντες έστειλαν πρεσβείαν εις τους χωρικούς δια να πληροφορηθούν τας αξιώσεις των. Ο Εμμ. Καλούτσης απέτρεπε τους ευγενείς να μεταβούν εις το Διοικητήριον και συνίστα να συνέλθουν εις την επισκοπήν. Οι χωρικοί όμως επέμειναν και ούτω χωρικοί και άρχοντες, συνήλθον εις το εν Κάστρω Διοικητήριον, το άλλοις ανάκτορον του Προβλέπτου. Εκεί, κατά την αρχίσασαν συζήτησιν παρίστατο, ως αναφέρουν οι Ιστορικοί της Επτανήσου, και η Δρακούλα σύζυγος του Εμμ. Στάη, αριστοκράτου και υπερόπτου (fiero Patrijio), η οποία παρώτρυνε τον ανδρα της να περιφρόνηση τας αξιώσεις των χωρικών. Ούτος δε υπακούων εις αυτήν εξύβρισε τους χωρικούς και τους είπε: «να επανέλθωσιν εις το τζαπί των και να υποταχθώσιν εις τους αυθέντας των». Τότε ο εκ των χωρικών Μπελέσης εξαγριωθείς ώρμησε με γυμνόν ξίφος κατά του Στάη και τον εφόνευσε.
Οι λοιποί άρχοντες ετράπησαν εις φυγήν πλην οι χωρικοί τους κατεδίωξαν και τους εφόνευσαν. Η Δρακούλα μετά τους φόνους μετέβη εις Κωνσταντινούπολιν, και υπέβαλε εκτενή αναφοράν περί των γεγονότων αυτών των Κυθήρων εις τον εκεί Ρώσσον πρεσβευτήν όστις ενδιαφερθείς, κατώρθωσε δια της Υψηλής Πύλης να συλληφθή ο Μπελέσης, ο φονεύς του Στάη, και να σταλή εις Ζάκυνθον όπου κατόπιν και ετυφεκίσθη.
Η ανάμιξις της Δρακούλας Στάη εις τας υποθέσεις της οικογενείας Κορωναίου ήτο συνέπεια και αυτή του όλου χαρακτήρος της και των παραδόσεών της. Τας πληροφορίας δε περί του τρόπου καθ’ον ανεμίχθη τας οφείλομεν εις πολύτιμον ιδιόχειρον σημείωμα του στρατηγού Κορωναίου.
………………………
Οι τέσσαρες υιοί του Καβονικολού Κορωναίου, ίδε σελ. 53 (Γεώργιος, Μανώλης, Γιάννης ή Καβογιάννης και Μηνάς) μετά τον θάνατον του πατρός των εύρον μεγίστην περιουσίαν την οποίαν και διενεμήθησαν. Επειδή όμως κατά την διανομήν έγινε μικρά τις διάκρισις υπέρ του μικροτέρου Μηνά εκ μέρους της μητρός, ήτις έτρεφε προς αυτόν μεγαλυτέραν, φαίνεται, συμπάθειαν, ο Καβογιάννης ηρεθίσθη, και φθονήσας τον Μηνά, ώμοσε την καταστροφήν του.
Οι πρώτοι τρεις εκ των αδελφών αυτών ενυμφεύθησαν μετρίως. Ο δε Μηνάς ερασθείς μανιωδώς της μόνης δεκαεπταετούς θυγατρός μιας οικογενείας Βενάρδου, πλουσίας, καλής και καταγωγής εκ της χώρας κατώρθωσε μετά πολλούς κόπους και δυσκολίας να την νυμφευθή. Η νέα ήτο ωραιότατη, καλλίστης ανατροφής, πολύ φρόνιμος και γραμματισμένη.
Διηγούνται ότι η μήτηρ της Βεναρδοπούλας δεν ήθελε να νυμφεύση την μοναχοκόρην της, ως καταγομένην εξ ευγενών, με τον Μηνά, καίτοι οικογενείας μεγαλυτέρας κατά τον πλούτον και την επιρροήν, προφασιζομένη δήθεν ότι δεν έστεργε να την δώση εις χωρικόν δια να μην εργάζηται με τας ιδίας της χείρας ας πολύ επεριποιείτο. Αλλά και η μήτηρ του Μηνά από υπερηφάνειαν και οικογενειακήν φιλοτιμίαν δεν επείθετο, μ’ όλας τας παρακλήσεις του αγαπητού υιού της να παρακαλέση την Βενάρδαιναν.
Απ’ εναντίας μεταχειρίσθη πολλά μέσα όπως εμποδίση τον υιόν της από τον γάμον τούτον. Μεταξύ των άλλων κατέφυγε και εις ένα ιερέα τον οποίον παρεκάλεσε να καλέση ιδαιτέρως τον Μηνά και τόν νουθετήση. Ο Ιερεύς έλαβε πράγματι τον Μηνά και τον ωδήγησε εντός της εκκλησίας εκεί δε κατόπιν πολλών πιέσεων και προσπαθειών, τον ηνάγκασε να θέση την χείρα επί του εικονίσματος και να ορκισθή ότι δεν ήθελε πλέον ζητήσει την νέαν. Εκείνος όμως θέσας την χείρα επί του Ευαγγελίου ωρκίσθη μετά παρρησίας και αποφασιστικότητος ότι ή αυτή θα νυμφευθή ή τον θάνατον θα ζήτηση.
Ως έμαθε τούτο η μήτηρ του Μηνά έσπευσε δι’ όλων των δυνατών θυσιών της να εξωμαλύνη τας δυσκολίας όλας και να κατορθώση να γίνη το συνοικέσιον. Η μήτηρ της νέας επιμένουσα εις την άρνησίν της έφερεν πάντοτε νέα προσκόμματα, διότι δεν ετόλμα να αρνηθή αποτόμως την συγκατάθεσίν της εις μίαν τοιαύτην οικογένειαν. Μεταξύ των άλλων αύτη ηξίωσεν από την μητέραν του Μηνά πρώτον να γίνη ούτος ιερεύς και δεύτερον να προικισθή με κτήματα διανεμημένα και ωρισμένα, δυσκολίας ας δια της συγκαταθέσεώς των, μήτηρ και υιός εξωμάλυναν αμέσως. (Η εξομάλυνσις φαίνεται να ήτο η αποδοχή των όρων της Βερνάρδαινας).
Μίαν νύκτα από τας πολλάς καθ’ας ο Μηνάς έκαμε σερενάδες εις την αγαπημένην του μήτηρ αυτής τον έκραξε και του είπε:

Οπ’έρχεται στην γειτονιά
ή κλέφτει ή πορνεύει
ή ταις κοπέλες αγαπά
ή σκοτωμό γυρεύει.

Ο δε Μηνάς απαντά:

Αν έρχωμαι στη γειτονιά
έρχομαι με το θάρρος
Και με ταις πατινάδες μου
την αγαπώ να πάρω.

Τέλος ο Μηνάς νυμφευθείς ηυτύχει και διήγεν επί δώδεκα όλα έτη κάλλιστα μετά της συζύγου του αποκτήσας τρεις υιούς Εμμανουήλ, Νικόλαον, και Πιέρον και δύο θυγατέρας την Άννα και Κυριακούλα.
Ο Καβογιάννης όμως ο οποίος εφθόνει τον Μηνά ήρχισε να τον ραδιουργή και να βάνη σκάνδαλα.
Κατώρθωσε δε δια συκοφαντιών και άλλων μέσων να ψυχράνη εις μέγα βαθμόν τάς σχέσεις του Μηνά μετά της γυναικός του μέχρις ότου ούτος παρακινηθείς και από αυτήν την μητέρα του εθυμώθη τόσον ώστε απεφάσισε και ανεχώρησε από το Τζερίγο εγκαταλείψας άνευ ουδεμίας προστασίας την οικογένειάν του και την μόλις τριακονταετή τότε σύζυγόν του. Κατευθύνθη δε εις την Ανατολή με την σταθεράν απόφασιν νά μην επανέλθη πλέον.
Μετά πέντε όμως ετών διαμονή εις την Ανατολήν ο Μηνάς κατέβη εις Σμύρνη όπως εκείθεν φροντίση δια την υπανδρείαν της μεγαλυτέρας των δύο θυγατέρων του. Καθ’οδόν όμως ληστευθείς ήλλαξεν διεύθυνσιv και μετέβη δια Σμύρνης εις Βλαχίαν. Από εκεί μετά αρκετόν χρόνον κατήλθεν εις Κωνσταντινούπολη όπου είχε φθάσει και ο υιός του Νικόλαος τον οποίον ευθύς έβαλεν εις την τέχνην της Βουτσαδοσύνης. Δεν έμεινεν όμως ούτος εις αυτήν πολύν χρόνον διότι ήτο καυγατσής και οι μαστόροί του τον έδιωξαν. Τότε ο Νικόλαος ανεχώρησεν εις Οδησσόν ένθα εγνωρίσθη μετ’τινα Τζιριγότην αξιωματικόν του Ρωσσικού Στρατού όστις διοικητής ενός μικρού τμήματος στρατού ο οποίος και τον εξετίμησε και τον έστειλε εις το σώμα του και το οποίον εμάχετο κατά των Πρώσσων. Όταν όμως ο Νικόλαος έφθασε εις το μέρος όπου ευρίσκετο το σώμα εύρε την ειρήνη κλεισμένη και ηναγκάσθη να επιστρέψη εις Κωνσταντινούπολιν όπου ο πατήρ του Μηνάς δια του Πρωτοσυγκέλου των Πατριαρχείων κατώρθωσε να τον βάνη και πάλιν εις το εργαστήρι του Πρωτομάστορή του όπου καίτοι καυγατζής παρέμεινε έκτοτε και απεκατεστάθη. Πλησίον του δε παρέμεινε και ο πατήρ του μέχρι θανάτου του, ο οποίος πατήρ απέθανε περί το 1835 εννενηκοντούτης σχεδόν.
Κατά την απουσίαν του Μηνά από το Τζερίγο η οικογένεια αυτού έμεινε εις την διάθεσιν του αδελφού του Καβόγιαννη ο οποίος υπό την απατηλή πρόφασι του προστάτου εκινείτο από φθόνο προς αυτήν και ιδιοτέλειαν να την καταστρέψη. Πρός τούτο ουδενός μέσου εφείδετο.
Συνεννοηθείς δε μετά της Δρακούλας Στάη μητρός του σήμερον Δετόρου Βαλερίου Στάη ήρχισε να κακομεταχειρίζεται τα τέκνα του Μηνά. Μίαν ημέρα ο Καβόγιαννης με την πρόφασιν ότι ο μικρός Μανώλης έσπασε το σταμνί με το οποίον επήγε να φέρη νερό κατέφερε επί της παρειάς του άγριον ράπισμα ώστε να πέση κατά γης και να θραύση τον πόδαν του εξ ου και έμεινε κουτσός. Έπειτα επροσεπάθησε να υπανδρεύση με τους τυχόντας τας δύο θυγατέρας του Μηνά και να απομακρύνη τους τρεις υιούς του από τοΤζερίγο με τον σκοπόν να πάρη δικά του αυτός μετά της Στάαινας τα κτήματα του Μηνά όπως και το κατώρθωσαν. Διότι η Στάαινα αφ’ ενός εξαπέστειλε τον ένα κατόπιν του άλλου και τους τρεις υιούς του Μηνά εις το εξωτερικόν επιβιβάζουσα αυτούς εις καΐκια και διαφορετικήν εποχήν τον καθ’ένα άνευ χρημάτων, άνευ ουδεμίας συστατικής ή άλλης βοήθειας ή προστασίας, αφ’ ετέρου δε εδάνεισε μικρόν τι ποσόν χρημάτων εις την σύζυγόν του Μηνά το οποίον εξώγκωσε δια φανταστικών εξόδων και τόκων και άλλων ανυπάρκτων δαπανών αντί των οποίων οικειοποιήθη αυτή μετά του Καβόγιαννη όλα τα κτήματα του Μηνά. Η σύζυγος του Μηνά Κυρ-Άννα εκτός των άλλων προτερημάτων με τα οποία ήτο προικισμένη είχε και το τάλαντο της ποιήσεως. Και εις αύτην κατέφευγεν οσάκις ήθελε να εκφράση τας πικρίας της δια την κακήν της τύχην. Μεταξύ των άλλων έκαμνε ποιήματα και δια την Στάαινα από τα οποία διεσώθησαν οι εξής στίχοι:

Το πράγμα μου το πείρανε
τους γυιούς μου τούς πουλούνε
και μένα την βαρυόμοιρη
πολλά με τυραννούνε.

Έγδυσεν η Δρακούλα όλη τη φτωχή
έφυγε το μυαλό της,
Δεν ημπορούσε να βαστά
η μαύρη, το καϋμό της.

Θαμπώνανε τα μάτια της
σαν πήγαινε στη χώρα
κατά πολλά τής κάνανε
κάθε στιγμή και ώρα.
Τον Μαχαιριώτη τον Καλό
μήν είχανε σκοτώση
χίλιες σπιουνιές δεν έκαμε
ποτέ του νά προδώση.
Μα η Δρακούλα ήτανε
πού τάρασσε ρηγάτα = βασίλεια
Βασίλεια ανακάτευε
και τα πρεβεδουράτα = Διοικήσεις

Ενταύθα περατούνται αι πληροφορίαι του Στρατηγού Κορωναίου περί των προγόνων του, και της κακής τύχης την οποίον είχε η οικογένεια του Πάππου του και η περιουσία της από την συνεργασίαν ενός Κακού συγγενούς του και της Δρακούλας Στάη. Ουδέν δε επ’αυτών σχόλιον ο στρατηγός αφήκε. Ηρκέσθη ίσως εις τους στίχους της Μάμμης του οίτινες έφερον και μέχρις ημών την σπαρακτικήν Κραυγήν μιας πανευτυχούς άλλοτε μητρός και συζύγου,ήτις είδε τον άνδραν της να εκπατρίζεται, την περιουσίαν της, να διαρπάζεται τα παιδιά της να διασκορπίζονται βιαίως εις τους τέσσαρας ορίζοντας και την υγείαν της να κλονίζεται από τας ηθικάς βασάνους εις τας οποίας υπεβάλλετο από τους άρπαγας των αγαθών της. Ουδείς ίσως ηδυνήθη να αποδώση εντελέστερον όσον η Κορωναίου εις τόσον απλούς αλλά και τόσον ρωμαλέους στίχους, την πικρίαν και την αγωνίαν του αδικουμένου από τους άρχοντάς του, ήτις ήτο και αγωνία ολοκλήρου του τότε Κυθηραϊκού λαού. Ουδείς δε επίσης εζωγράφισε κατά τόσον αριστουργηματικόν τρόπον τον χαρακτήρα μιας αρχόντισσας της νήσου μας η οποία ενώ ηδύνατο να αποβή ωφέλιμος λόγω της ευφυΐας της και της μορφώσεώς της, και εις τον τόπον της και εις τον εαυτόν της απέβη τουναντίον η καταστροφή και αυτού του συζύγου της.

Συνεχίστε την ανάγνωση

1900 – σήμερα

1900 – σήμερα

17) Δημήτριος Ν. ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (1903)

Καθηγητής Πολυτεχνείου. Γεν. 1903 εν Χαλκίδι. Υιός του Νικολάου υπ’ αριθμ. 13, Έγγαμος, τέκνα εν.
Σπουδαί: Απεφοίτησε του Ε΄ Γυμνασίου Αθηνών 1919. Εισήχθη εις την Σχολήν Πολιτικών Μηχανικών Ε.Μ.Π. και απεφοίτησεν πρώτος 1925. 1925-29 και 1936-40 μηχανικός εις Σ.Ε.Κ. 1929-1936 μηχανικός εις εταιρίαν «Προμήθεύς». 1940-52 Προϊστάμενος γραφείου στατικού ελέγχου κατασκευών εις Πολεοδομικόν Γραφείον Αθηνών. Τω 1948 ανηγορεύθη υφηγητής εις την έδραν του Σιδηροπαγούς σκυροδέματος. Τω 1950 εξελέγη τακτικός καθηγητής εις την έδραν Δομικής Μηχανικής Πολυτεχνείου Αθηνών.
Από 1948 Καθηγητής εις την Σχολήν Τεχνικής Εκπαιδεύσεως αξιωματικών μηχανικού. Διετέλεσε καθηγητής Μηχανικής Σχολής Δοκίμων (1947-50). Γενικός Διευθυντής επαγγελματικής εκπαιδεύσεως Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων 1959. Μέλος διεθνούς Ενώσεως Γεφυροποιών, αμερικανικής εταιρίας πολιτικών μηχανικών και αμερικανικής γεωγραφικής εταιρίας, αρχαιολογικής εταιρίας Αθηνών. Αντιπροσώπευσεν Ελλάδα εις το 2ον Διεθνές Συνέδριον Εδαφομηχανικής Ρόττερδαμ (1948) και Πολυτεχνείον εις το 4ον Διεθνές Συνέδριον Γεφυροποιΐας (Καίμπριτζ 1952). Μετέσχε πολέμου 1940-41 ως έφεδρος σημαιοφόρος.
Βιβλία: «Ωπλισμένον σκυρόδεμα (1938 β΄ έκδοσις 1956). «Το σκυρόδεμα με αρχικάς τάσεις» (1948). «Η επιρροή της ελαστικότητας του σκυροδέματος και του χάλυβος, επί της αντοχής των εξ ωπλισμένου σκυροδέματος διατόμων» (1951).
Παράσημα: Αργυρούς Σταυρός Φοίνικος μετά ξιφών, μετάλλιον πολέμου 1940-41. Διεύθυνσις: Γ. Σ/ριου 149, Αθήναι.

18) Νικόλαος – Ιωάννης Γ. Κορωναίος (7/1/1935)

Υιός του υπ’ αριθμ. 16. Μήτηρ του είναι η Χαρίκλεια (Λιλίκα) I. Γιαμαρέλλου γεννηθείσα εν Αμφίσση (1909). ο πατήρ της Ιωάννης Γιαμαρέλλος (1866 – 1933) διετέλεσεν Εισαγγελεύς εφετών, Βουλευτής και Υπουργός εγεννήθη εν Βιτρινίτση της Δωρίδος και η μήτηρ της Αικατερίνη Ηλία Ξηρού (1880) εν Αμφίσση Παρνασσίδος ένθα επολιτεύετο ο αδελφός της Ιωάννης επανειλημμένως διατελέσας Βουλευτής και Νομάρχης. Απεφοίτησε του Γυμνασίου του Πειραματικού Σχολείου Πανεπιστημίου Αθηνών μέ βαθμόν 17 9/11 μεταξύ των πρώτων τω 1952.
Εισήχθη κατόπιν εισιτηρίων εξετάσεων μεταξύ των πρώτων εις την Ανωτάτην Σχολήν Πολιτικών Μηχανικών ΕΜΠ τω 1952. Απεφοίτησε δε δεύτερος με βαθμόν 8,04 (Λίαν Καλώς) τω 1957 ελθών πρώτος εις τας επαγγελματικάς εξετάσεις.
Υπηρέτησεν εις την Αεροπορίαν ως Αρχισμηνίας και Ανθυποσμηναγός.
Την 24ην/4/59 ανεκηρύχθη Διδάκτωρ Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ με βαθμόν λίαν καλώς. Η διδακτορική του εργασία ήτο «Εύκαμπτα ή δύσκαμπτα επιστρώματα αεροδρομίων εν Ελλάδι». Επιμελητής ΕΜΠ εις την έδραν της Σιδηροδρομικής (1958).

19) Αιμίλιος Γ. ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (5/12/1938)

Υιός του υπ’ αριθμ. 16 αδελφός του υπ’ αριθμ. 18, απεφοίτησε του Γυμνασίου του Πειραματικού Σχολείου Πανεπιστημίου Αθηνών με βαθμόν 17 2/11 μεταξύ των πρώτων τω 1956.
Εισήχθη κατόπιν εισιτηρίων μεταξύ των πρώτων εις την Ανωτ. Σχολήν Πολ. Μηχανικών ΕΜΠ τω 1956. Ερχόμενος πρώτος κατά τας τμηματικάς εξετάσεις.

20) Νικόλαος Δημ. ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (1938)

Υιός του υπ’ αριθμ. 17. Εγεννήθη τη 20/10/1938. Μήτηρ του είναι η Πηνελόπη Βαλτινού (περί οικογενείας Βαλτινού, ίδε Βίοι παράλληλοι: Γούδα). Απεφοίτησε του Αμερικανικού Κολλεγίου Ψυχικού πρώτος με βαθμόν 19 ½.
Εισήχθη κατόπιν εισιτηρίων εξετάσεων πρώτος εις την Ανωτ. Σχολήν Μηχανολόγων Ε.Μ.Π. τω 1957 μετεγράφη το αυτό έτος εξ αρχής εις την Αν. Σχολήν Πολιτικών Μηχανικών ερχόμενος πάντοτε πρώτος κατά τας τμηματικάς εξετάσεις.

Συνεχίστε την ανάγνωση

1800 – 1899

1800 – 1899

11) ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ Πάνος 1808

(Larousse du XXe Siècle 1929 Τόμος 2 σελ. 488)

Αντιστράτηγος και Πολιτικός.
Ο Στρατηγός Πάνος Κορωναίος υιός του Νικολάου εγγονός του Μηνά (ίδε υπ’ αριθ. 7 Νικολ. Κορωναίος) εγεννήθη εν Κωνσταντινουπόλει τη 24/9/1808 εκ γονέων Κυθηρίων αφού δε έλαβεν αυτόθι εγκύκλια μαθήματα είτα εσπούδασεν εις την Ιόνιον Ακαδημίαν Κερκύρας, καθ’ όσον η οικογένειά του ηναγκάσθη κατά την Ελληνικήν επανάστασιν να μετανάστευση εις την πόλιν τούτην. Νεώτατος όμως εγκατέλειψε τα σχολικά θρανία και μεταβάς εις Ναύπλιον κατετάχθη εις τον τακτικόν στρατόν του Φαβιέρου μεθ’ου συμετέσχε πλείστων μαχών τραυματισθείς εις τινα τούτων. Μετά την αποκατάστασιν του Ελληνικού κράτους εισήχθη ως υπότροφος του Κράτους εις την νεοϊδρυθείσαν εν Ναυπλίω υπό του Καποδιστρίου Στρατιωτικήν Σχολάν των Ευελπίδων, εξελθών τούτης (1831) εκ των πρώτων, της πρώτης τριάδος (στις 16/7/1831) σε μια λαμπρά τελετή απενεμήθησαν τα διπλώματα στους οκτώ πρώτους αξιωματικούς που βγήκαν απο τη Σχολή με το βαθμό του ανθυπολοχαγού του πυροβολικού. Οι πρώτοι αυτοί αξιωματικοί ήσαν Μιχαήλ Σοφιανός, Ελευθ. Σχινάς, Παν. Κορωναίος, Βασιλ. Σαπουτζάκης, Ιωαν. Άξελλος, Γεωρ. Μομφεράτος, Αρσ. Βλάχος και Εμμ. Κυδωνάκης). Ούτος ως ανθυπολοχαγός Πυροβολικού υπηρέτησε αμέσως υπό τας διαταγάς του Φιλλέληνος Γάλλου Στρατηγού Μαιζώνος. Τω 1854 ευρισκόμενος δι’ ευρυτέρας στρατιωτικάς μελέτας εν Ευρώπη έσπευσε να ηγηθή εθελοντικού σώματος εξ’ Επτανησίων, μεταβάς εις Ρωσσίαν, διαβάς δε θριαμβευτικώς τον Δούναβιν και δώσας την νικηφόρον μάχην του Γαλαζίου, ανεδείχθη ήρως και επαρασημοφoρήθη δια την ανδρείαν παρά της Ρωσσικής Κυβερνήσεως. Εν έτει 1859, φέρων τον βαθμόν του ταγματάρχου Πυροβολικού ανέλαβεν ενεργόν υπηρεσίαν εις το Γαλλικόν επιτελείον και μετέσχεν εις τας Πολεμικάς επιχειρήσεις Συρίας και Αλγερίου τιμηθείς δια της Λεγεώνος της Τιμής.
Εν Ελλάδι ανέλαβεν υπηρεσίαν εις διαφόρους θέσεις, ως αντισυνταγματάρχη καταστάς πολύτιμον στοιχείον. Ο Κορωναίος υπήρξεν καθ’ όλην την διάρκειαν της δυναστείας του Όθωνος ο σημαντικώτερος επαναστατικός πυρήν λαβών μέρος εις όλας τας κατά του Όθωνος εξεγέρσεις. Κατά τα «Ναυπλιακά» ήτοι την εκραγείσαν την 1ην Φεβρουάριου 1862 στρατιωτικήν επανάστασιν εν Ναυπλίω κατά της απολυταρχίας του Όθωνος υπήρξεν εκ των Πρωτεργατών (μετά των Γρίβα, Μπότσαρη, Ζυμπρακάκη, Δυοβουνιώτη κλπ.), καταπνίγεισαν εις το αίμα δια των στρατευμάτων του Βαυαρού υποστράτηγου Χαν και καθ’ην επανάστασιν επληγώθη συλληφθείς και φυλακισθείς μετεφέρθη δήθεν προς λουτροθεραπείαν εις Κύθνον κυρίως όμως προς απομόνωσιν υποστάς παντοίας στερήσεις. Ότε δε το κατά του Όθωνος λαϊκόν ρεύμα ωγκώθη και επηκολούθησεν η επικρατήσασα Επανάστασις του Οκτωβρίου 1862 και εσαρώθη η δυναστεία του Όθωνος και το Υπουργείον «αίματος» ως απεκαλείτο τότε η Κυβέρνησις Δ. Μιαούλη, η νέα κυβέρνησις υπό τον Δ.Βούλγαρη έσπευσε και απεφυλάκισε τον Κορωναίον, εις τον οποίον ανέθεσε την αρχηγίαν της Εθνοφυλακής. Το σχετικόν ψήφισμα φέρον την υπογραφήν του Υπουργού Θ.Α. Ζαΐμη, καταλήγει ως εξής: «Ελπίζομεν Κύριε Αντισυντ/χα, ότι δια του πατριωτισμού ου εδείξατε τρανά δείγματα και της διακεκριμένης ικανότητός σας θέλετε δικαιώσει πληρέστατα την εκλογήν ταύτην». Ο Κορωναίος μεταβάς εις Ναύπλιον έτυχε παλλαϊκής υποδοχής, ο δε Δήμος Ναυπλιέων τον ανεκήρυξεν επίτιμον Δημότην της πόλεως. Σημειούται δε εις το σχετικόν ψήφισμα ότι εξουσιοδοτείται ο κ. Δήμαρχος «Να δημοσιεύσει αυτό ίνα πάντες μάθωσιν ότι οι Έλληνες, γιγνώσκουσι να εκτιμώσι και σέβωνται τους ακραιφνείς και γνησίους χαρακτήρας και τας πατριωτικάς και αληθείς αρετάς των αγαπώντων ειλικρινώς την Πατρίδα, και αγωνιζομένων υπέρ της ευδαιμονίας και του μεγαλείου αυτής».
Εκλεγείς πανηγυρικώς πληρεξούσιος Αττικής κατά την επακολουθήσασαν την έξωσιν του Όθωνος Β΄ Εθνοσυνέλευσιν (1864) έδρασε σημαντικώς εν αυτή ως αρχηγός της ομάδος των ορεινών. Ορεινοί και πεδινοί ωνομάσθησαν (ομοίως και) εις την Ελλάδα οι αποτελέσαντες τας δύο αντιμαχομένας πολιτικάς μερίδας κατά την εποχήν της εν Ελλάδι μεταπολιτεύσεως του 1863 μέχρι της εγκαταστάσεως εις τον θρόνον του Βασιλέως Γεωργίου του Α΄. Οι μεν κεκηρυγμένοι υπέρ της τάξεως και της αποκαταστάσεως της ηρεμίας εις την χώραν ωνομάσθησαν «ορεινοί» (Κορωναίος Π.) διότι είχον την υποστήριξιν του ορεινού ή άλλως ορειβατικού πυροβολικού. Οι δε επιζητούντες υπό τον Επαμεινώνδα Δεληγιώργη ανατροπήν των πάντων και επιτείνοντες δια βιαίων ενεργειών την αναρχίαν, έλαβον την προσωνυμίαν «Πεδινοί», διότι μετ’ αυτών συνετάχθη το σώμα του πεδινού πυροβολικού – και ταυτοχρόνως ως αρχηγός της Εθνοφυλακής Αθηνών – Πειραιώς.
Η έγγραφος έφεσις περί εξουσιοδοτήσεως προς την εθνοσυνέλευσιν όπως εκδώση ψήφισμα περί συγκαλέσεως επτανησίων πληρεξουσίων, υπεγράφη παρ’ όλων των Ιονίων Βουλευτών και εδόθη δια του υπουργού προς την εθνοσυνέλευσιν. Κατά την συνεδρίασιν της 14/4/1864 ανεγνώσθη πρότασις των πληρεξουσίων Δ.Χρηστίδου, Θ.Α. Ζαΐμη, Α. Κουμουνδούρου, Β. Δεληγιώργη και Π. Κορωναίου περί εκλογής των πληρεξουσίων.
Κατά την Κρητικήν Επανάστασιν 1866-1867 ο Κορωναίος έλαβεν ενεργόν μέρος, ως αρχηγός Ρεθύμνης επιδείξας άφθαστον ηρωισμόν, καταστάς ο επικινδυνωδέστερος αντίπαλος του Αρχηγού των Τουρκοαιγυπτιακών στρατευμάτων Μουσταφά Πασσά, όστις επεκήρυξε την κεφαλήν του αντί 500.000 γροσσίων. Εν συνεχεία εξελέγετο πάντοτε ως Βουλευτής Αττικής (1868) και Κυθήρων (1875, 1879, 1885) χρηματίσας δις Υπουργός των Στρατιωτικών (1863 και 1864). Εις την Βουλήν, ανεδείχθη εξαίρετος Πολιτικός αι δε αγορεύσεις του ήσαν μνημειώδεις (ίδε Κ.Μ Γράψα Πολιτική εγκυκλοπαίδεια).
Την Ελλάδα αντιπροσώπευσεν εικοσάκις τουλάχιστον εις ευρωπαϊκά Συνέδρια και Εκθέσεις. Μετά την αποστρατείαν του και την αποχώρησίν του εκ της Πολιτικής εξηκολούθει δρων ζωηρώς ως Πρόεδρος ή μέλος διαφόρων εθνικών Σωματείων και Πατριωτικών οργανώσεων. Απέθανεν εν Αθήναις εις βαθύ γήρας την 17/1/1899, με βαθμόν του Αντιστράτηγου. Αι Αθήναι τιμώσαι τον ανδραν έδωσαν το όνομά του εις μιαν οδόν των Iλισίων, η δε ιδιαιτέρα του πατρίς τα Κύθηρα έστησαν την προτομήν του εις την κεντρικήν πλατείαν του Ποταμού. Την 21ην Μαΐου του 1911 εγένοντο εν Ποταμώ τα αποκαλυπτήρια της Προτομής του Πάνου Κορωναίου υπό του Πρωθυπουργού Ελευθερ. Βενιζέλου κατελθόντος επί τούτου εις Κύθηρα ενώπιον, πολλού πλήθους λαού, της αντιπροσωπείας Κρητών εκ της αυτονόμου Κρητικής Πολιτείας ελθούσης ίνα αποτίση φόρον τιμής και ευγνωμοσύνης προς την μνήμην του στρατηγού Κορωναίου. Τέλος η λαϊκή Μούσα των Ελλήνων της Ρωμουνίας απηθανάτισε το έργον του δια των κάτωθι στίχων:

Αρχιμαχητήν γενναίον και αγωνιστήν λαμπρόν
τον ανδρείον Κορωναίον θα υμνήσω τραγουδών
Γίγας εις το σχέδιό του, εις το έργον του αστραπή
τους προγόνους του ενθυμίζει που προσκύνησεν η γη.
Θρήνον κάμνει εις την Κρήτην, Τούρκους σφάζει σαν τραγιά
Μουσταφά Πασά κλονίζει και τον διώχνει στα Χανιά.
Εις τα στήθη του έχει αίμα φιλελεύθερο θερμό,
Ποιος μπορεί να τον κρατήση να του πη σε σταματώ.

Εξέδωκε μεταφράσεις εκ του Γαλλικού «Εγχειρίδιον βολής πυροβολικού» και «Εγχειρίδιον τακτικής» και έγραψεν «Αφήγησιν των γεγονότων της επαναστάσεως του 1862».

Larousse du XXe Siècle 1929 Τόμος 2 σελ. 488
CORONEOS P. revolutionaire grec (Constantinople 1811 -1899) IL servit succesivement dans l’armée grecque, en Crimee dans l’armée russe, puis, en 1860, dans l’expedition francaise de Syrie. Accusé de conspirer contre lo roi Othon il fut enfermé, et s’etant échappé, il se mit a la tete de l’insurrection. Emprisonné de nouveau il ne fut remis en liberté qu’ l’abdication du roi en 1862. Ministre de la guerre dans le gouvernement provisoire, il se rendit à la téte de l’insurrection cretoise en 1866, puis rentra dans sa patrie lorsque la Crete retomba aux mains du Turcs.

Περιγραφή των γεγονότων του 1861- 62
Επανάστασις Ναυπλίου 31/1/62 – Επανάστασις Αθηνών 10-11/10/1862
I. Η 25η Μαρτίου 1861 οπωσδήποτε εωρτάσθη δια συμποσίων. Λόγοι εξεφωνήθησαν και ζωηροί εν αυτοίς υπαινιγμοί διατυπώθησαν κατά του Βασιλέως. Ολίγον βραδύτερον κατηγγέλλοντο επί συνομωσία οι Α. Γλαράκης, ο Α. Κλεομένους, ο Α. Μελισσσόβας, ο Α.Σεραφείμ, ο I. Δούμας, ο Δ. Βούλγαρης, ο Ν. Περόγλου και ο Συντάκτης του «Τηλεγράφου» Καλαμίδας, απελύθησαν όμως όλοι μετ’ ολίγας ημέρας. Εξ’ άλλου είχον καταγγελθή προς την Κυβέρνησην ως δρώντες εναντίον του Καθεστώτος οι Χαρ. Ζυμβρακάκης, Ταγ/ρχης, Α. Μπότσαρης, Ν. Μακρής, Γ. Μαυρομιχάλης, Δ. Κολοκοτρώνης, Τ. Βάσσος, Π. Κορωναίος κ.α. τους οποίους συλληφθέντας απέστειλε η Κυβέρνησις εις επαρχιακάς φυλακάς (εγκυκλοπ. Ηλίου).
Τον Ιούνιον του ίδιου έτους (1861) ο Όθων ανεχώρει εις Γκαστάϊν της Αυστρίας προς χρήσιν λουτρών, αναθέσας προηγουμένως την εκπροσώπησίν του εις την Βασίλισσαν Αμαλίαν. Την 9ηv εσπερινήν ώραν της 6ης Σεπ/ρίου 1861 επιστρέφουσα αύτη έφιππος εκ περιπάτου επυροβολείτο υπό του δεκαοκταετούς Αριστείδου Δοσίου, υιού του Κ. Δοσίου άλλοτε Γεν. Γραμματέως του Υπουργείου. Η Βασίλισσα εν τούτοις απένειμε χάριν εις τον καταδικασθέντα εις θάνατον θερμόαιμον νέον, όστις μετά τινα έτη εδημοσίευσεν αξιολόγους οικονομικάς μελέτας.
Οι συγκεντρωθέντες ως άνω δεν εβράδυναν να συνεννοηθώσι προς αλλήλοις δια την οργάνωσιν στρατιωτικού κινήματος. Αρχηγοί εγένοντο οι Ανώτεροι Αξιωματικοί Πάνος Κορωναίος και Άρτεμης Μίχος και οι κατώτεροι Α. Δρίβας, Μπότσαρης, Σμόλεντς, Πραΐδης, Παραμυθιώτης. Εκ των πολιτικών αρχών μετείχον της συνομωσίας ο εφέτης Γ. Πετμεζάς, ο πρωτόδικης Π. Μαυρομιχάλης, ο υποπρόξενος του Βελγίου Σ. Ζαβιτσιάνος άλλα μέλη της κοινωνίας του Ναυπλίου, μεταξύ δε άλλων η Καλλ. Παπαλεξοπούλου.
Την νύκτα της 31/1/1862 το τάγμα του Άρτεμη Μίχου επί του φρουρίου Ιτζ Καλέ του Ναυπλίου ηλευθέρωσε τους εγκαθείρκτους αξιωματικούς Π. Κορωναίον, Χ. Ζυμβρακάκην και άλλους, την τρίτην δε πρωϊνήν ώραν εις την πλατείαν της πόλεως Στρατός και πολίται επανεστάτουν κατά του καθεστώτος. Το πρωί παρεδίδετο το Παλαμήδι εις τους επαναστάτας. Συνεκροτείτο επιτροπή «γενικής Ασφαλείας της τάξεως». Εις την δευτέραν προκήρυξίν της η επιτροπή εζήτει την κατάλυσιν του συστήματος της νοθεύσεως των ελευθεριών και την εις την Κυβέρνησιν του Κράτους έλευσιν ανδρών ενάρετων και εχόντων την θέλησιν ανοθεύτως να πραγματοποιήσωσιν «τας συνταγματικάς ελευθερίας» και την διάλυσιν της υπαρχούσης Βουλής, την «συγκάλεσιν» Εθνικής Συνελεύσεως προς το συμφέρον του Έθνους και του Θρόνου «δια την λύσιν των εθνικών εκκρεμών ζητημάτων, τα οποία κρατούσιν μετέωρον την τύχην του Έθνους». Η προκήρυξις δεν ήτο εκ του εμφανούς αντιβασιλική, Πρότασιν του Κορωναίου όπως εκστρατεύσωσι κατά των Αθηνών απέρριψαν οι στασιασταί. Εις άλλην όμως προκύρηξιν (6 Φεβρουάριου) η προσωρινή επί της δημοσίας ασφαλείας επιτροπή προεκάλει τους Έλληνας ίνα συνελθόντες εις τας πεδιάδας της Αργολίδος, ηνωμένοι «βαδίσωσιν εις τας Αθήνας» δια να απαιτήσουν την εκπλήρωσιν των ευχών του Έθνους.
Εν τω μεταξύ είχε κηρυχθή η επανάστασις και είχε παραταχθή ο λαός την 2αν Φεβρουάριου δια να δώση τον όρκον «ορκίζομαι επί των σημαιών να μη εγκαταλειψω αυτάς ουδέ να καταθέσω τα όπλα πρίν πραγματοποιηθή τελικώς ο Εθνικός σκοπός υπέρ του οποίου ωπλίσθην». Ο Όθων απέστειλε κατά των επαναστατών του Ναυπλίου 800 ενόπλους υπό τον Ελβετόν Χάν. Συγκρούσεις αιματηραί εσημειώθησαν. Οι εν Ναυπλίω κατέθεσαν τα όπλα 7/4 ο στρατός εισήλθε και κατέλαβε το Ναύπλιον και τα φρούρια την επομένην εδόθη αμνηστία εις τους επαναστατήσαντας εκ της οποίας όμως εξηρέθησαν οι Πρωτεργάται, Αντισυνταγματάρχης Παν. Κορωναίος, Δ. Γρίβας, Χ. Ζυμβρακάκης και άλλοι. Η Ναυπλιακή επανάστασις απομονωθείσα έπεσε. Αλλ’ η πτώσις της ανήγειρε την καθόλου επανάστασιν ως εξεγείρασα όλους τους Έλληνας φανερά όχι μόνον κατά της Κυβερνήσεως αλλά κατ’ αυτού του προσώπου του Όθωνος. Η αιματοχυσία συνετέλεσε τα μέγιστα εις τούτο.

ΙΙ. Ο Όθων και η Αμαλία εγκατέλειψαν την 1ην προς 2αν Οκτωβρίου την βασιλικήν αποβάθραν του Πειραιώς προς περιοδείαν. Την 6ην/10/1862 ο αρχιεπαναστάτης Θεόδωρος Γρίβας ύψωνε την επαναστατικήν σημαίαν εις την Βόνιτσαν. Ακολούθως επεξετείνετο η εξέγερσις εις το Μεσολόγγι και εις τας Πάτρας, υπό τον Βενιζέλον Ρούφον, εις τα Καλάβρυτα, εις το Αίγιον, εις την Κόρινθον. Την 10ην προς την 11ην Οκτωβρίου 1862 αναίμακτος επεκράτει η επανάστασις εν μέσαις Αθήναις. Εις τον στρατώνα του Πυροβολικού συνετάχθη υπό του Ε. Δεληγιώργη και το περί καθαιρέσεως του Όθωνος και της Αμαλίας και περί συγκλήσεως Εθνικής Συνελεύσεως ψήφισμα. ο Βούλγαρης συνεκρότησε Υπουργειον. Την εσπέραν της αυτής ημέρας εξ άλλου ο Όθων διακόψας την περιοδείαν του κατέπλεεν εις Πειραία, άφηκε το Ελληνικόν πλοίον και επιβάς μετά της Βασιλίσσης επί του Αγγλικού «Σκύλλα» έστειλε εκείθεν προ του απόπλου προς τους τέως υπηκόους του σύντομον προκύρηξιν. Ο Όθων κατευθύνθη εις Μόναχον και εκείθεν εις Βαμβέργην. Την 24/11/62 έγινεν εν Ελλάδι η εκλογή των Πληρεξουσίων. Την 10/12 συνήλθον ούτοι, την 17/1/63 εξελέγη Πρόεδρος της συνελεύσεως ο εκ του Μεσολογγίου Ζηνόβιος Βάλβης. Σχηματισθείσης Κυβερνήσεως ηκολούθησαν ταραχαί μεταξύ οπαδών της ορεινών εν τη Βουλή. την ίδιαν νύκτα της συγκροτήσεως του Υπουργείου οι Ορεινοί προσεταιρίσθησαν όλο το ευρισκόμενον εις τάς Αθήνας Πεζικόν, τους ιππείς την διλοχίαν των Πυροσβεστών, και εστασίασαν κατά των δύο Κυβερνητών Βούλγαρη-Ρούφου, μόνον το πυροβαλικόν δεν προσεχώρησε εις κανένα λόγω διχογνωμιών. Την πόλιν εφρούρουν οι Εθνοφύλακες του Πάνου Κορωναίου. Την 9/2/63 οι αντίπαλοι φατρίαι ελάμβανον στάσιν μάχης. Ευτυχώς προελήφθη η αιματοχυσία. Αδιαλείπτως εσχηματίζοντο Υπουργεία. Την 18-21/6/63 επί τριήμερον έλαβον χώραν εν Αθήναις αιματηραί συρράξεις και μάχαι (Ιουνιανά) των φατριών «πεδινών» και «ορεινών» προς κατάληψιν της αρχής. Των «πεδινών» ηγούντο ο Παπαδιαμαντόπουλος, ο Μακρής, ο Άρτεμης και ο Λεωτσάκος, των δε «ορεινών» ο Π. Κορωναίος και ο Δ. Γρίβας. Τα θύματα των «Ιουνιανών» ανήλθον εις 120 νεκρούς και 300 περίπου τραυματίας. Την τρίτην ημέραν επετεύχθη επιχειρία, την επομένην δε εγένετο συμφιλίωσις των αντιπάλων εν τη πλατεία Ομονοίας, εις ην εδόθη έκτοτε το όνομα τούτο προς ανάμνησιν του τερματισμού του εμφυλίου πολέμου. Εις την Εθνοφυλακήν ανετέθη η φρούρησις της Πρωτευούσης.
Την 18ην/3/63 εξελέγετο Βασιλεύς των Ελλήνων ο δευτερότοκος υιός του Διαδόχου Χριστιανού της Δανίας. Την 17ην/10/63 ο Βασιλεύς Γεώργιος έφθασεν εις Αθήνας.
Ο Πάνος Κορωναίος διετέλεσε δις υπουργός των Στρατιωτικών τω 1863 και 1864.
Τα της Δράσεως του Π. Κορωναίου εν Κρήτη (Αρκάδι)
Η επανάστασις του 1866 εν Κρήτη. Κατά τάς παραμονάς της επαναστάσεως του 1866 η Κρήτη είχε 278.000 περίπου κατοίκους εκ των οποίων 275.000 ήσαν Χριστιανοί, 62.000 Τούρκοι, και 1.000 Εβραίοι (εγκυκλ. Ηλίου).
Από των αρχών του 1866 είχον αρχίσει αι μυστικαί συνεννοήσεις δια την μεγάλην επανάστασιν. Εις την Ελευθέραν Ελλάδα συνεκεντρώνοντο μυστικώς όπλα και πολεμοφόδια και ενεγράφοντο από πάσης γωνίας της Ελληνικής γης εθελονταί δια τον επικείμενον μεγάλον αγώνα της Κρήτης. Η πρώτη μεγάλη συγκέντρωσις εγένετο και πάλι εις τα ιστορικά Μπατσουνάρια εκ 4.000 ανδρών και απεστάλη η πρώτη έγγραφος και έντονος διαμαρτυρία εις τον τύραννον εξωμότην. Ταχέως οι συγκεντρωθέντες υπερέβησαν τας 10.000 και σώματα εκ τούτων εξαπεστάλησαν εις τα διάφορα σημεία της Κρήτης προς συντονισμόν των επί μέρους ενεργειών. Μετά την επίδοσιν της αναφόρας οι συναθροισθέντες διελύθησαν και μετέβησαν διατελούντες πάντοτε εν επιφυλακή εις τα χωριά των αφού εξέλεξαν τριακονταμελή επιτροπήν με την εντολήν να αναμένη την απάντησιν του Σουλτάνου και να λάβη τας ενδεδειγμένας αποφάσεις. Ο Σουλτάνος απέρριψε την διαμαρτυρίαν των Κρητών και διέταξε την σύλληψιν της 30μελούς επιτροπής και συγχρόνως απέστειλε προς ενίσχυσιν του Ισμαήλ Πασσά 5.000 Αιγυπτιακού στρατού υπό τον Σαχίν Πασσάν, ο οποίος κατέλαβε το χωρίον Βρύσες και ωχυρώθη εκεί. Την 2/11/66 ανεπετάσθη επισήμως η σημαία της επαναστάσεως εις ολην την περιοχήν και εξεπέμπετο από το ιστορικόν όρος της Συκιάς εις όλον τον κόσμον το ψήφισμα της επαναστάσεως «Ένωσις ή Θάνατος».
Συγχρόνως διωρίσθησαν οι στρατιωτικοί αρχηγοί του αγώνος Έλληνες αξιωματικοί οι οποίοι παρητήθησαν των τάξεων του στρατού και έσπευσαν να πολεμήσουν εις Κρήτην. Ο Ταγματάρχης Ι. Ζυμβρακάκης των 4 επαρχιών των Χανίων, ο Συνταγματάρχης Π. Κορωναίος των 4 επαρχιών του Ρεθύμνου και ο Κ. Κόρακας των 11 επαρχιών του Ηρακλείου.
Αι εχθροπραξίαι ήρχισαν τον Αύγουστον του 1866, η επανάστασις επεξετάθη εις όλην την Κρήτην και αι επιτυχίαι διεδέχοντο η μία την άλλην. Οι Τούρκοι ενεκλείσθησαν εις τα φρούρια των πόλεων.
Ο Χειμών του 1866 ήτο δριμύς εις την Κρήτην. Η πείνα εμάστιζε και τα γυναικόπαιδα και τους μαχητάς. Οι λόγοι αυτοί ηνάγκασαν τους Σαρακιανούς να δηλώσουν υποταγήν εις τον Μουσταφά. Τούτο ηνάγκασεν τον αρχηγόν της Δυτικής Κρήτης Ι. Ζυμβρακάκην να απέλθη εκ Σφακίων.
Εν τω μεταξύ ο Τουρκικός Στρατός υπό τον Μουσταφά Πασσά ετράπη εις την περιοχήν του Ρεθύμνου δια να συντρίψη τους περί τον συνταγματάρχην Π. Κορωναίον επαναστάτας. Τότε έλαβεν χώραν το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου.
To Αρκάδι. Από της 3/5/66 εγένοντο συγκεντρώσεις επαναστατών εις το Αρκάδι. Την 24/9/66 ήλθεν εις Κρήτην ίνα μετάσχη του αγώνος και ο Συνταγματάρχης του Ελληνικού Στρατού Π. Κορωναίος και ήλθεν εις το Αρκάδι. Η εκεί επαναστατική επιτροπή και άλλοι προσελθόντες προς τούτο εκ των επαρχιών Καπετανέοι, τον υπεδέχθησαν θερμότατα και τον ανεκήρυξαν αμέσως αρχηγόν της Επαναστάσεως του Νομού Ρεθύμνης. Ο Κορωναίος ώρισε και αυτός το Αρκάδι κέντρον συναθροίσεως των πέριξ τεσσάρων επαρχιών (Ρεθύμνης, Μυλοποτάμου, Αμαρίου και Αγίου Βασιλείου), και περιλθών τας επαρχίας της δικαιοδοσίας του ως και την του Μαλεβυζίου, ανεζωπύρωνε τον αγώνα, εστρατολόγει πολεμιστάς εγνωρίσθη και συνειργάσθη με τους προύχοντας και καπετανέους και ανέφερε τας ενεργείας του εις την Γενικήν Συνέλευσιν. Μετέβη επίσης εις Σφακιά πρός συνάντησιν του εν τω μεταξύ ελθόντος μέ εθελοντάς εξ Ελλάδος (1/10/86) Ταγματάρχου, του Ελληνικού Στρατού Κρητός I. Ζυμβρακάκη, όστις εγένετο αρχηγός των επαναστατών του Νομού Χανίων.
Ο Κορωναίος μελετήσας την τοποθεσίαν της Μονής έκρινεν ότι αύτη δεν ήτο κατάλληλος τόπος δια την άμυναν, λόγω της μεγίστης δυσαναλογίας δυνάμεων των αντιπάλων και ότι ήτο προτιμωτέρα η τακτική του Κλεφτοπολέμου. Εις την γνώμην του Κορωναίου δεν συνεφώνησεν ο Ηγούμενος Γαβριήλ και οι καπετανέοι. Ο Κορωναίος εις τους επιμένοντας να μείνωσιν εις την Μονήν συνέστησε διάφορα μέτρα πρός οχύρωσίν των.΄Αι συστάσεις του Κορωναίου ήσαν ορθαί αλλά δύσκολος ήτο η πραγματοποίησίς των.
Κατόπιν της πείσμονος αντιστάσεως του ηγουμένου εις την γνώμην του Κορωναίου αφήκεν ούτος εις την Μονήν ως φρούραρχον αυτής τον ανθυπολοχαγόν Ι.Κ. Δημακόπουλον και μετέβη εις τας επαρχίας προς στρατολογίαν πολεμιστών. Ο Δημακόπουλος υπεσχέθη να υπερασπίση το Αρκάδι μέχρι τελευταίας πνοής του και εξεπλήρωσε την υπόσχεσίν του.
Το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου έλαβεν χώραν την 9/11/1866. Την παραμονήν το εσπέρας αρξαμένης της επιθέσεως την πρωΐαν έγραφον οι αρχηγοί των εν Αρκάδι επιστολήν προς τον Κορωναίον και τους έξω της Μονής αγωνιστάς δηλούντες την αμετάτρεπτον απόφασίν των και ζητούντες συνδρομήν. Το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου ανεζωπύρωσε το πνεύμα της εμμονής εις τον υπέρ των όλων αγώνα.
Σώματα εθελοντών εξ Ελλάδος κατέφθασαν εις Κρήτην…

12) Ιωάννης Νικολού ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (1823)

Εγεννήθη εν Ποταμώ Κυθήρων τω 1823. Πατήρ του ο υπ’ αριθ. 9 Νικολός Κορωναίος.
Ο Ι.Ν. Κορωναίος ήτο Ναυτικός (Industrioso) εβαπτίσθη στην Παναγίαν την Ιλαριώτισσα εν Ποταμώ. Ανάδοχος του αγίου Βαπτίσματος ήτο η Θεοχάρη γυνή του Γιαννάκη Σμυρλή, μετώκησεν δε τω 1847 εις Χαλκίδα και απέθανεν εν Χαλκίδι τω 1905.
Απόσπασμα του βαπτιστικού του συνημμένον εις το κάτωθι διαβατήριόν του έχει ως εξής:
Αντίγραφον εξ εν ος των βιβλίων του Ιερού ναού της υπεραγίας Θεοτόκου Ιλαριοτίσσης εις χωρίον Ποταμού ευρισκομένου εις τούτο το αρχειοφυλάκιον Κυθήρων.
1823 μηνός Ιανουαρίου 9. Εβάπτισα ένα παιδί σερνικό του Νικολού Κορωναίου Μανολάκη και το ωνόμασα Ιωάννη και ήταν η αναδόχα του αγίου βαπτίσματος η Θεόχαρη γυνή του Γιαννάκη Σμυρλή.
Το διαβατήριόν του εκ Κυθήρων προς Αθήνας έχει ως κάτωθι:

CONNOTATI
ANNI-Ventidue
Statura-Ordinaria
Capelli-Castagni
Occhi
Naso
Boca regolari
Marche particolari
Professione-Industrioso
Patria-Cerigo
Domicilio-Potamo
Firma del Latore
Υπ: Ιωάννης Κορωναίος του Νικολού. Κυθήριος.
N.B. al presente
Passaporto viene unti Copia della File Battesimale e l’attestato di Nazionalita risguarde ante
Il Latore
Valodo per mesi
Dodici

Da Parte di Sua Eccellenza L’ onorevolissimo
John Lord Seaton
Pari del Regno Unito della grande Bretagna ed Irlanda.
Cavaliere gran croce…..
Tenende Generale comandante de Forge di Sua Majesta Britanica, Esuo Lord Alto Commissionario Negli Stati Uniti delle Isole Jonie.

Prechiamo e riechiediamo per mezzo delle presenti Nostre, chiunque spetta, di permettere a Giovanni Coroneo – Sopranominato „Manolacki“ Figlio di Nicolodistato Industrioso che passi-liberamente da questa Isola de Cerico per transferissi in Atene.
Senza recargli inchigio o molestia di sorte, ma unzidi accordar gli ogni Facilita ed assistenza.
In fede di che abbiamo rilasciato le presenti Nostre munite del Pubblico Suggelo di questi Stati.
Data in Cerigo, della Direzione Locale della Polizia. Esecutiva. Il giorno ventisei dell Mesi di Marzo dell Anno Mille ottocento e quarante cinque (1845).
Per Commando die Sua Ecelenza
Υπογραφή
Direttore Locale della Polizia Esecutiva
No 1305
Vu au Consulat di S.M. Britanique.
Bon pour aller a Chalkis
Athènes le 19 Avril 1847
Υπογραφή Merlin Vice Consul

13) Νικόλαος I. ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (1857)

Υιός του υπ’αριθ. 12. Εγεννήθη εν Χαλκίδι τω 1857. απεφοίτησε του Γυμνασίου Χαλκίδος και έλαβε δίπλωμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1875-1879). Ακολούθως συνεπλήρωσε τας σπουδάς του εν Γερμανία. Φιλόλογος (Καθηγητης Γυμνασίου) και συγγραφεύς. Απέθανε τω 1923.
Έγραψεν: «Ιστορία των ονομάτων των οδών» 1902, «Λεξιλόγιον Γεωγραφικόν τοπωνυμιών» 1910 και μετέφρασεν εκ του Γερμανικού έργα του Γκαίτε. (Αρμίνιος και Δωροθέα 1889).
Μήτηρ του υπήρξεν η Σταυρούλα Περγάμαλη εκ Χαλκίδος (1833). Η οικογένεια Περγάμαλη κατέφυγεν εξ Αϊβαλί (Κυδωνιών) εις Χαλκίδα (1821) εξέδιδε δε εν Χαλκίδι την ημερησίαν εφημερίδα «Έγερσις».
Η οικογένεια Νικολ. I. Κορωναίου μετώκησεν κατ’ Οκτώβριον 1912 εις Αθήνας εκ Χαλκίδος.

14) Παναγιώτης ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ ή Πουλάκης

Σύγχρονος Κυθήριος, τή ευγενή φροντίδι και επιβλέψει του οποίου κατά το 1933 ήρχισεν η θεμελίωσις και κατασκευή του λιμενοβραχίονος Αγίας Πελαγίας δι εράνων των Κυθηρίων και εξ ιδίων.

15) Ιωάννης Ν. ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (1896)

Υιός του υπ’ αριθμ.13 Τακτ. Καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εγενήθη τω 1896 εν Χαλκίδι, πατρός Νικολάου του υπ. αριθμ. 13 Άγαμος.
Διπλωματούχος και Διδάκτωρ της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Εθνικού Πανεπιστημίου Αθηνών και Αγρονόμος Μηχανικός του Αγρονομικού Ινστιτούτου των Παρισίων. 1923-1946 υπηρέτησεν εις την Διεύθυνσιν Εποικισμού, εις το Υπουργείον Γεωργίας, εις τον Φυτοπαθολογικόν Σταθμόν Πηλίου και ως Καθηγητής των Μέσων Γεωργικών Σχολών Λαρίσης και Πατρών. Τω 1946 εξελέγη Καθηγητής της Εφηρμοσμένης Γεωργικής Ζωολογίας και Παρασιτολογίας εις την Γεωπονικήν και Δασολογικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει δημοσιεύσει πολλάς εργασίας μεταξύ δε αυτών: Γαλλιστί: 1) Les cecidae de la Grece I Diaspirae (1934). Επίσης Γαλλιστί και Ελληνιστί: 2) Τα έντομα της ελαίας εις το Πήλιον (1940). Les Insectes de I’ Olivier dans le Pelion. Επίσης συνεργασία Κ. Κόρτζα και Α. Αγιουτάντη μετέφρασεν εκ του Γερμανικού. 3) Ασκήσεις Εντομολογίας υπό O. Schneider – Orelli (1949), Διεύθυνσις: Aγίου Δημητρίου 97, Θεσσαλονίκη.
Μήτηρ του υπήρξεν η Βιργινία Αλεξανδρίδου, γεννηθείσα εν Κύμη Ευβοίας τω 1868 εκ πατρός Γεωργίου Αλεξανδρίδου συμβολαιογράφου. Ούτος εγεννήθη εν Στρόπωνες τω 1838 ήτο δε υιός του Αλεξάνδρου Αλεξανδρίδου ή Αλεξάνδρου (ναυτικού) (καίκια) (1790) της οικογενείας του αγωνιστού Εμμανουήλ Αλεξανδρίδη ή Αλεξάνδρου. Σύζυγος του Αλέξανδρου Αλεξανδρίδου ήτο η Ανδρομάχη το γένος Αστέρη (1800) – ης η γαμήλιος αμφίεσις (1821) ευρίσκεται εν τω Μουσείω Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης εν Αθήναις δωρηθείσα παρά της Οικογενείας Ν. Κορωναίου του υπ’αριθμ. 13 – της οικογενείας του αγωνιστού (1821) Δελησταμάτη (Σταματίου Αστέρη) ναυμάχου εκ Κύμης διαθέσαντος υπέρ του αγώνος του 1821 το ιδιόκτητόν του εξωπλισμένον ιστιοφόρον «Παναγία των Χαρίτων» και εξ ιδίων δαπανήσαντος δια την συντήρησίν του κλπ. ονομασθέντος υπό της Επιτροπής του Αγώνος υποπλοιάρχου Β΄ Τάξεως. Της μητρός του Ι.Ν.Κορωναίου η μήτηρ ήτο εκ Καρύστου Μαρία Καραντζοπούλου (ή Χατζή Νυδραίου, όπερ δεικνύει την εξ Ύδρας καταγωγήν οικογενείας).

16) Γεώργιος Ν. ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (1898)

Εγεννήθη τη 2/11/1898 (νέον ημερολόγιον) εν Κορίνθω εν τη οικία του εφημερίου του Ναού του Αγίου Παύλου, κειμένη έναντι του ως άνω Ναού όπου και εβαπτίσθη.
Ανάδοχος του βαπτίσματος ήτο η Κυρία Μεντζελοπούλου (Μαμωνά). Ακόμη νηπίου ούτε έτους μετώκησε η οικογένειά του εις Χαλκίδα όπου διέμενε και προηγουμένως μονίμως και όπου φέρεται ο Γεώργ. Κορωναίος εγγεγραμμένος εις το μητρώον των Αρρένων με έτος γεννήσεως 1899.
Η οικογένεια του πατρός του μετώκησεν εις Αθήνας κατ’ Οκτώβριον 1912.
Τακτ. Καθηγητής του Ε.Μ. Πολυτεχνείου: Συγκοινωνιολόγος – Σιδηροδρομικός – Οικονομολόγος – οικονομοτεχνικός, τ. Πρόεδρος του Διοικ. Συμβουλίου των Σιδ/μων του Ελληνικού Κράτους κλπ., πρώην Πρύτανις του Πολυτεχνείου και πρώην Υπουργός. Εγεννήθη τω 1899 εν Χαλκίδι εκ πατρός Νικολάου του υπ’ αριθμ. 13 εκ Ποταμού Κυθήρων και Βιργινίας Αλεξανδρίδου εκ Κύμης.
ΣΠΟΥΔΑΙ: Απεφοίτησε του εν Αθήναις Β΄ Βαρβακείου Γυμνασίου τω 1915 αριστεύσας. Διπλωματούχος της Ανωτ. Σχολής των Πολιτικών Μηχανικών του εν Αθήναις Μετσοβίου Πολυτεχνείου τω 1919 πρώτος κατά σειράν επιτυχίας. Υπότροφος κατόπιν διαγωνισμού του Αβερωφείου κληροδοτήματος του Ε.Μ.Π. δι’ ευρυτέρας σπουδάς εις αλλοδαπήν, όπου επί τετραετίαν συνεπλήρωσε τας σπουδάς του εις Συγκοινωνιακά και Οικονομικά (Βερολίνον) ιδιαιτέρως δε εις Σιδηροδρομικά και Οικονομοτεχνικά θέματα. Διετέλεσε επί τριετίαν υπάλληλος των Γερμανικών Σιδ/μων εργασθείς εις τε τας κατασκευάς νέων γραμμών και την εκμετάλλευσιν και την διοίκησιν των Σιδηροδρόμων.
ΥΠΗΡΕΣΙΑΙ: 1925 – 1928 ιδιώτης, μηχανικός μελετήσας και εκτελέσας πλείστα έργα εν Αθήναις και Επαρχίαις. Υπηρέτησεν εις Δημόσια Έργα Υπουργείου Δημ. Έργων και διετέλεσε Δ/ντής Δημοσίων Έργων Υπουργείου Αεροπορίας (1930-1938) μελετήσας και εκτελέσας όλα τα μέχρι του 2ου Πολέμου αεροδρόμια της Ελλάδος (Ελληνικόν – Ελευσίς – Τατόϊ – Λάρισα – Σέδες – Ηράκλειον Κρήτης κλ.π.). 1927-1930 υπηρέτησεν εις τους Σιδηροδρόμους του Κράτους όπου μεταξύ των άλλων εξεπόνησε τας μελέτας του Νέου Επιβατικού Σταθμού Θεσ/νίκης, Αθηνών και των Σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων Λιμένος Πειραιώς κλπ., από του έτους 1947 Σύμβουλος των Σ.Ε.Κ., από 6/9/56 – 6/9/59 Πρόεδρος του Διοικ. Συμβουλίου αυτών. Από 21/5/55 Σύμβουλος των Σ.Π.Α.Π., 1938 – 27/4/1941 Γενικός Γραμματεύς Υπουργείου Οικονομικών. Προήδρευσε από 23-30/4/41 του εκ Γενικών Γραμματέων και Γενικών Δ/ντών Συμβουλίου, όπερ κατ’ εντολήν της απελθούσης εις Κρήτην Κυβερνήσεως Τσουδερού εν απουσίας ταύτης θα εξετέλει τα καθήκοντα αυτής. Διετέλεσεν Υπουργος Ανοικοδομήσεως από 6/1/50 – 23/3/50 επί υπηρεσιακής Κυβερνήσεως Θεοτόκη. Τον Αύγουστον του 1951 συμπεριελήφθη υπό του Στρατάρχου Παπάγου εις τον συνδυασμόν Αθηνών κατά τας εκλογάς του 1951 – αποχωρήσας τούτου προ των εκλογών. Διετέλεσεν Υπουργός Δημοσίων Εργων από 11/10/1952 έως 19/11/52 επί Υπηρεσιακής Κυβερνήσεως Κιουσοπούλου. Διετέλεσεν Μέλος του Συμβουλίου Επιλογής Νομαρχών κατά τα έτη 1949 – 1950 – 1952 – 1953. Διωρίσθη παρά της Α.Μ. της Βασιλίσσης από 2/6/1950 Σύμβουλος του Θεραπευτηρίου «Εύαγγελισμός» και του Σανατορίου Πάρνηθος. ,Από 12/2/1952 Αντιπρόεδρος του Διοικ. Συμβουλίου και από 19/5/53 Πρόεδρος του Διοικ. Συμβουλίου. Τη 1/1/54 ανενεώθη η θητεία του ως Προέδρου δια μίαν τριετίαν εισέτι. Την 16/11/1952 διωρίσθη παρά της Α.Μ. της Βασιλίσσης Πρόεδρος του Θεραπευτηρίου των Αναπήρων «Άγιος Παύλος» ευθύς άμα τη ιδρύσει του. Απεχώρησεν των Νοσηλευτικών τούτων Ιδρυμάτων την 17/6/54. Από 30/1/57 έως 21/10/57 Μέλος του Διοικ. Συμβουλίου τής Ολυμπιακής Α. Εταιρείας.
ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΗ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ: Επιμελητής Ε.Μ. Πολυτεχνείου. Καθηγητής εις το κέντρον Μετεκπαιδεύσεως Σιδ/κών Υπαλλήλων: 1930-33. Τακτικός Καθηγητής Ε.Μ. Πολυτεχνείου εις την έδραν της Τεχνικής Οικονομίας 1939-1948, από του 1947 Τακτ. Καθηγητής της Σιδηροδρομικής και εντεταλμένος της έδρας της Τεχνικής Οικονομικής. 1944-48 εδίδαξεν επίσης ως εντεταλμένος Καθηγητής Θεωρητικήν και Εφηρμοσμένην Οικονομικήν εν τω Ε.Μ. Πολυτεχνείω. Επίσης τω 1959 εδίδαξεν Οδοποιίαν και Χωματουργίαν. 1945-53 Συγκλητικός. 1947-48 Αντιπρύτανις. Από 1/5/48 – 31/8/49 Πρυτανεύων Αντιπρύτανις.
1949-51 Πρύτανις και 1951-53 Πρυτανεύων Προπρύτανις του Ε- Μ. Πολυτεχνείου. Ως Πρύτανις και Πρυτανεύων 1947-1953 ανασυνεκρότησε το Πολυτεχνείον και καθώρισε και εφήρμοσε την νέαν κτιριακήν, πολιτικήν αυτού. Παρέλαβε το Πολυτεχνείον κατεστραμμένον εκ της στάσεως του Δεκεμβρίου 1944 και επεσκεύασεν αυτό, ανεστήλωσεν τούτο επιστημονικώς, διοικητικώς οικονομικώς και σπουδαστικώς δι’ εντατικής εργασίας και ασυνήθους δραστηριότητας, εξύψωσε το Ίδρυμα πέραν της προπολεμικής του φήμης και έθεσεν τας βάσεις και ήρξατο μεγάλου οικοδομικού, και εργαστηριακού προγράμματος, του θεμελίου λίθου τούτου τεθέντος υπό του Βασιλέως. Ίδρυσεν 6 νέας Σχολάς Υπομηχανικών εις τας επαρχίας (1949) ως και το Κέντρον Ερευνών εν τω Ε.Μ.Π. Διετέλεσε Σύμβουλος εις την Σχολήν μετεκπαιδεύσεως Αξιωματικών Μηχανικού του Ελληνικού Στρατου. Επί Κατοχής Αντιπρόεδρος και είτα Προεδρεύων της Φοιτητικής Εστίας. Από του 1949 επεσκέφθη πολλάκις τας διαφόρους Ευρωπαϊκάς Χώρας ιδίως τα Πολυτεχνεία τούτων. Τον Νοέμβριον του 1953 ηγήθη της πρώτης ομάδος Ελλήνων Δημοσιογράφων, Πολιτικών και Καλλιτεχνών οίτινες επεσκέφθησαν την Ρωσσίαν. Το 1955 απεστάλη παρά της Τεχνικής Βοηθείας και εμελέτησεν εις τας διαφόρους Χώρας της Ευρώπης ιδίως δε εν Γερμανία τα ζητήματα συντονισμού των διαφόρων συγκοινωνιακών μέσων. Από 29/3/54 Πρόεδρος επί δύο συνεχείς τριετίας της Εταιρίας Ευβοϊκών Σπουδών από 24/9/56 – 17/10/57 Αντιπρόεδρος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΙ ΤΟΥ. Έχει γράψει πλείστα άρθρα και έργα επί συγκοινωνιακών και τεχνικοοικονομικών θεμάτων.
Εκ των έργων του αναφέρομεν. 1) Ο Νέος Επιβατικός Σταθμός Θεσ/νίκης 1927, 2) Γενικά περί εκμ/σεως Σιδ/μων. Απόψεις τινές δια την εκμετάλλευσιν των Σ.Ε.Κ. 1928, 3) Υπολογισμός των δαπανών Εκμ/σεως των Γερμανικών Σιδ/μων υπό DR. TECKLENBURG μετάφρασις 1929, 4) Επιβατικός και τοπικός Εμπορικός Σταθμός Σ.Ε.Κ. 1929, 5) Σιδηροδρομικαί εγκαταστάσεις Λιμένος Πειραιώς 1929, 6) Στοιχεία Τεχνικής Εκμεταλλεύσεως 1931, 7) Μεταφοραί και Τεχνική Εκμ/σις ως βάσις διά την μελέτην του οδικού και σιδ/κου ζητήματος 1932, 8) Το σύστημα BEDAUX 1938, 9) ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ – ΤΕΧΝΙΚΗ. ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΙΣ – ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΙΣ 1939, 10) Τεχνική εκμ/σις των έργων 1942, 11) Θεωρητική και Εφηρμοσμένη Οικονομική 1948, 12) Τεχνική εκ/σις των έργων 1948, 13) Θεωρία των επιχειρήσεων 1950, 14) Τι δεν είδαν είς την Ρωσσίαν 1953, 15) Σιδηροδρομική Ι. Γενικά-χαράξεις – τροχ. υλικόν – υποδομή – επιδομή – αλλαγαί – διασταυρώσεις 1954, 16) Σιδηροδρομική Ι. Υποδομή 1954, 17) Σιδηροδρομική – Χωματουργία – Σήραγγές 1954, 18) Σιδηροδρομική II. Σταθμοί και Σήματα – Εγκαταστάσεις Ασφαλείας 1954, 19) Σιδηροδρομική III. Εκμετάλλευσις Σιδ/μων 1954, 20) Θεωρία των εκμεταλλεύσεων 1954, 21) Σιδηροδρομική IV. Ανωδομή – Εργοστάσια – Μεταφοραί – Τιμολόγια- Διοίκησις 1955, 22) Σιδηρόδρομος – Αυτοκίνητον 1955, 23) Νέος τρόπος συνδέσεως σιδηροτροχιάς και ξύλινων στρωτήρων 1955, 24) Κορώνεια-Κορώνη-Κορωναίοι-Κορωναίος 1959.
ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΡΑΣΙΣ. Από του 1926 Μέλος και είτα Πρόεδρος (1930-31) της Διοικήσεως του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος. 1931-33 Μέλος της Διοικήσεως του Τεχν. Επιμελητηρίου Ελλάδος. Από του 1947 Πρόεδρος της Ενώσεως Μηχανικών Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών Δημοσίων Υπαλλήλων. Από του 1948-50 Πρόεδρος του Γενικού Συμβουλίου Α.Δ.Ε.Δ.Υ. (της Ανώτατης Διοικήσεως Ενώσεως Δημοσίων Υπαλλήλων). ΜΕΛΟΣ της Ligue Franco-Hellenique. Μέλος της Βασιλικής Αερολέσχης της Ελλάδος. Μέλος της Αθηναϊκής Λέσχης. Μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός».
ΕΘΝΙΚΗ ΔΡΑΣΙΣ. Επί Κατοχής (1943) εφυλακίσθη επί κατασκοπεία παρά των Ιταλών εις τας Φυλακάς Καλλιθέας (Αθηνών) είτα Ξυλοκάστρου, είτα Ακροναυπλίας Πελοποννήσου.

ΤΙΜΗΤΙΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ – ΠΑΡΑΣΗΜΑ.
Ελληνικά: Χρυσούς Σταυρός του Τάγματος Γεωργίου του Α΄ 1937. Σταυρός των Ταξιαρχών του Τάγματος του Φοίνικος 1940. Σταυρός των Ταξιαρχών, του Τάγματος Γεωργίου του Α΄ 1951. Σταυρός των Ανωτέρων Ταξιαρχών του Τάγματος του Φοίνικος 1955.
Γαλλικά: Ταξιάρχης του Τάγματος του Μέλανος Αστέρος (1949).
ΔΙΑΦΟΡΑ: Δυο τέκνα, έγγαμος.
ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ: Οικία Φωκυλίδου II, Αθήναι
» Εκάλης, οδός Παπάγου

Συνεχίστε την ανάγνωση

1700 – 1799

1700 – 1799

7) ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ Νικολός (Καβονικολός) 1700

Ούτος γεννηθείς εν Ποταμώ τω 1700 απέκτησε τέσσαρα τέκνα 1) Γεώργιον, 2) Μανώλην, 3) Γιάννην (Γκαβογιάννην) και 4) Μηνάν (1745) Κορωναίον (σημείωμα Π. Κορωναίου, σελίς 56 και 74).
Ο Πάνος Κορωναίος γράφει:
«Οι κατά σειράν απόγονοι του (υπ’ αριθ.4) Καλογήρου δεν είναι γνωστοί, μέχρι του πρώτου γνωστού απογόνου Γιώργη ή Γερογιώργη ή Καβονικολού, οίτινες ήσαν οι πλουσιώτεροι και οι έχοντες την μεγαλυτέραν επιρροήν εις ολόκληρον σχεδόν το Τσιρίγο.
Δια την επιρροήν του Καβονικολού διηγούνται ότι: Επί Ενετών, όταν ούτος εκτύπα την ράβδον του εις την γην ολόκληρος ο τόπος ήρχετο εις τας διαταγάς του. Οσάκις δε τον επεσκέπτοντο οι πρόκριτοι και οι καλοί του τόπου άνθρωποι ή οι άνθρωποι της εξουσίας, τους έδιδε δια κάθισμα μεγάλα κεφάλια τυριά και τυπάρια μεγάλα μελισσοκέρι από 10 έως 15 οκάδες το καθένα τα οποία σκέπαζε με ωριαία και μεγάλα χαλάκια, και τα οποία εδώρει εις αυτούς ως ευρίσκοντο κατά την αναχώρησίν των. Την επιρροήν του ηύξησε πολύ και η ανδρεία του. Ήτο πολύ γενναίος άνθρωπος.
Ούτος νυμφευθείς μίαν νέαν ονόματι Άννα εκ καλλίστης οικογένειας απέκτησε δύο θυγατέρας τας οποίας καλώς απεκατέστησε και τέσσαρας υιούς: Γεώργη, Μανώλη, Γιάννη ή Καβογιάννη και Μηνά οίτινες ήσαν όλοι ωραίοι άνδρες και παλληκάρια. Ούτοι μετά τον θάνατον του πατρός των εύρον μεγίστην περιουσίαν την οποίαν και διανεμήθησαν». Ταύτα αναφέρονται και εις την παράδοσιν.
Ο Μηνάς (Πάππος του υπ’ αριθ. 11 Πάνου Ν. Κορωναίου) ενυμφεύθη την Βερνάρδου (ευγενή) (τα του συνδέσμου των ίδε Πάνου Κορωναίου σημείωμα σελ. 75). Απέκτησε τρεις υιούς Εμμανουήλ, Νικόλαον και Πιέρον και δύο θυγατέρας την Άννα και Κυριακούλα. Μετά δωδεκαετή έγγαμον βίον ανεχώρησε από το Τσερίγο και κατευθύνθη εις την Ανατολήν καταλήξας εις Κωνσταντινούπολιν όπου είχε φθάσει και ο υιός του Νικόλαος (Πατήρ του Πάνου). Ο Μηνάς απέθανε το 1835 εν Κωνσταντινουπόλει εις ηλικίαν 90 ετών περίπου.
Εν Κυθήροις εις τα βιβλία της Παναγίας της Ιλαριωτίσσης του Ποταμού ανευρίσκονται τα βαπτιστικά των τέκνων των τεσσάρων τέκνων του Καλογήρου (εγγόνια) με όνομα Νικολός ως Κορωναίοι Μανωλάκηδες, πλήν του Νικολού του Γιάννη (Γκαβογιάννη) Κορωναίου, ουδείς δε άλλος Κορωναίος Νικολός Μανωλάκης αναφέρεται. Ίδε εις τας σελ. 55 και 56 τα βαπτιστικά με όνομα Νικολός Κορωναίος Μανωλάκης ως και του Νικολού Γιάννη Κορωναίου.

8) ΚΟΡΩΝΙΟΣ Αντώνιος

Αντώνιος Κορωνιός Χίος μετέφρασεν εις το αγγλοελληνικόν το περί παίδων αγωγής του Πλουτάρχου, Ερρίκον του Κάμπη τον παιδαγωγόν, και την Γαλάτειαν του Φλωριανού εκδοθέντα και τα τρία εν Βιέννη τω 1796 και συνέγραψεν Ψυχαγωγίαν προς χρήσιν των παίδων.

9) Νικολός ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ Μανωλάκης (1788) του Μανώλη (υιός του υπ’ αριθ. 7)

Γεννηθείς τω 1788 εν Ποταμώ Κυθήρων. Τούτου υιός ο υπ’ αριθ. 12 Ιωάννης Νικολάου Κορωναίος. Επωνομάζετο δε η οικογένεια του Νικολού Κορωναίου Μανωλάκη. Η οικογένεια (Κορωναίοι) φέρεται εκ Κυθήρων από του 15ου αιώνος (1430) καταφυγούσα εκεί εκ Πελοπονήσσου όπου οι Κορωναίοι απαντώνται εν Μάνη μεταξύ των κορυφαίων Μανιατών τοπικοί άρχοντες Μάνης (ο υπ’ αριθ. 5) υπογράφοντες μετά των άλλων 12 τοπικών αρχόντων Μάνης (1618) ως πληρεξούσιοι Μάνης (Γιόργος Κορονέος με τα χορία μου) την πρός τον Δούκα του Νεβέρ επιστολήν ή ακόμη αναφέρονται ως προύχοντες του Κελεφά (1696) (ο υπ’ αριθ. 6) προέρχονται δε εκ Κορώνης. Της οικογενείας άλλος κλάδος (εκ Κορώνης προερχόμενος) απαντάται εν Ζακύνθω κατά τον 15ον αιώνα (ο υπ’ αριθ. 3 Τζάνες Κορωναίος γεννηθείς τω 1480 και εν Βενετία ( 1519) κλπ.).
Πατήρ του ως άνω Νικολού Μ. Κορωναίου (εγγονού του υπ’ αρ. 7) είναι ο Μανώλης Ν. Κορωναίος.
Εκτός του Νικολάου Μ. Κορωναίου, έχομεν εκ των τέκνων του υπ’ αρ. 7 και τους πρωτοεξαδέλφους τούτου.
Νικολόν Ιωάννου Κορωναίον γεννηθέντα τω 1777 (υιόν του Καβογιάννη)
Νικολόν Γεωργίου Κορωναίον γεννηθέντα τω 1790 και
Νικόλαον Μηνά Κορωναίου γεννηθέντα το 1793 (εκ μητρός ευγενούς Βερνάρδου) πατέρα του Πάνου Κορωναίου υπ’ αριθ. 11 όστις κατά ταύτα είναι δεύτερος εξάδελφος του υπ’ αριθ. 12. Αποσπάσματα εκ των βιβλίων της Ιλαριωτίσσης.
1) 1773 μηνός Οκτομβρίου 30 εβάπτισα ένα πεδί σερνικό του Γιάννη Κορωνέου ποτέ Νικολό και το ονόμασα Νικολό και ήτον οι ανάδοχοι Η φροσίνα γηνί του γκαργκάκη Παπουτσή Λυριότη.
2) 1788 μηνί Σεπτεμβρίου 17 εβάπτισα ένα παιδί αρσενικώ του Μανόλυ Κορονέου Μανολάκι του Νικολού μετά της χρυσούλας νομήμου αυτού συμβήας, ήτον ημερόν ηκωσιπέντε και ονόματι Νικολός, αναδόχα του αγίου βαπτήσματος η Ελένη γηνή του ποτέ Θεοδωρί πρινέα.
3) 1790 μηνός Νοεμβρίου 13 εβάπτισα ένα πεδή σερνικό του γιόργι Κορονέου ποτέ νικολού μανολάκη μετά της Ελένης νομίμου αυτού συμβίας ήτο ημερών τρίο και ονομάσθη νικολός ανάδοχος του αγίου βαπτήσματος ο σιορ τζορτζίς μελέκος ποτέ νηκολάκης.
4) 1793 μηνός Οκτωβρίου 10 εβάπτισα ένα πεδίον σερνικόν και το ονόμασα νικολό του μηνά Κορονέου (τα παιδιά του Μηνά 3 αγόρια εξ ων εις ο Νικολός και δύο κορίτσια) Μανωλάκη του Νικολού και ήτον η νονή του πεδίου ο Παναγιώτης πυλής του γιόργη και ο αναστάσης Λυριότης.

10) ΚΟΡΩΝΙΟΣ Δημήτριος

Κορωνιός Δημήτριος αγωνιστής εκ Κορώνης, πεσών εις την μάχην του Ναυαρίνου τω 1825.

Συνεχίστε την ανάγνωση

Ηρωικοί χρόνοι – 1699

Ηρωικοί χρόνοι – 1699

1) ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ ή ΚΟΡΩΝΟΣ (Λαπίθης ήρως)

Θετός υιός του Αθάμαντος: ηρωικοί χρόνοι
1) Κόρωνος, κτίστης της Βοιωτικής Κορωνείας, υιός του Θερσάνδρου, υιού του Σισύφου (εγκυκλ. Ηλίου) και Κορωναίος, υιός θετός του Αθάμαντος (εγκυκλ. Ηλίου).
2) Παυσανίου Βοιωτίκα 34 – (6,7,8)
Του δε όλους του Λαφυστίου πέραν εστί Ορχομενός, είτις Έλλησιν άλλη πόλις, επιφανής και αύτη εις δόξαν. Ευδαιμονίας δε ποτέ επί μεγίστον προαχθείσαν έμελλεν άρα υποδέξασθαι τέλος και ταύτην ου πολυ τι αποδέον η Μυκήνας τε και Δήλον. Περί δε των αρχαίων τοιαύτ’ ην οπόσα και μνημονεύουσιν. Ανδρέα πρώτον ενταύθα Πηνειού παίδα του ποταμού λέγουσιν εποικήσαι, και από τούτου την γην Ανδρηίδα ονομασθήναι. Παραγενομένου δε ως αυτόν Αθάμαντος, απένειμε της αυτού τω Αθάμαντι την τε περί το Λαφύστιον χώραν και την νυν Κορώνειαν και Αλιαρτίαν. Αθάμας δε άτε ουδένα οι παίδων των αρσένων λελείφθαι νομίζων, τα μεν γάρ ες Λέαρχόν τε και Μελικέρτην ετόλμησεν αυτός, Λεύκωνι δε υπό νόσου τελευτήσαι συνέβη, Φρίξον δε άρα ουκ ηπίστατο ή αυτόν περιόντα ή γένος υπολειπόμενον Φρίξου, τούτων ένεκα εποιήσατο Αλίαρτον και Κόρωνον τους Θερσάνδρου του Σισύφου. Σισύφου γαρ αδελφός ην ο Αθάμας. Ύστερον δε αναστρέψαντος εκ Κόλχων οι μεν αυτού Φρίξου φασίν, οι δε Πρέσβωνος, γεγονέναι δε Φρίξω τον Πρέσβωνα εκ της Αιήτου θυγατρός, ούτω συγχωρούσιν οι Θερσάνδρου παίδες οίκον με τον Αθάμαντος Αθάμαντι και τοις από εκείνου προσήκειν, αυτοί δε, μοίραν γαρ δίδωσι σφισίν Αθάμας της γης, Αλιάρτου και Κορωνείας εγένετο οικισταί.
3) Κόρωνος ή Κορωνός: (Μυθολ.) υιός του Καινέως βασιλεύς των Λαπιθών. Ούτος μετά του Πειρίθου εξεδίωξεν εκ του Πηλίου τους Κενταύρους. Τον Κόρωνον εφόνευσεν ο Ηρακλής ότε ήλθεν προς βοήθειαν του βασιλέως των Δωριέων Αιγιμίου, όστις επολιορκείτο υπό τούτου. Ο Κόρωνος υπήρξε και εις εκ των Αργοναυτών και Ιλιάς Ομήρου II στίχος 746 «υιός υπερθύμιο Κορώνου Καινείδαο».
4) Larousse du xxe Siécle τόμος 2 σελίς 488 Coronos (Myth.gr) Fils de Thersandros – Roi de Lapithes, fils de Caenée et père de Léontée. Il attaqua les Doriens et fut tue par Heraclés.

2) ΚΟΡΩΝΗΣ Ξένος IB΄ αιών

Κορώνης Ξένος: Μουσικός και Πρωτοψάλτης της Αγίας Σοφίας, καταγόμενος εκ Κορώνης της Πελοποννήσου και ακμάσας τον ΙΒ΄ αιώνα. Συνέγραψεν εγχειρίδιον Μουσικής, εν ω πραγματεύεται περί ήχων, φθορών κλπ. ανεδείχθη ο εξοχώτερος μελοποιός θεμάτων του μαθηματαρίου κατά το είδος του αναγραμματισμού και του κρατηματαρίου.
Διαπρεπείς Μουσικοί και Μελοποιοί ανεδείχθησαν ωσαύτως ο αδελφός του Ξένου Αγάθων και ο υιός του Μιχαήλ.

3) Τζάνες ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (1480)

Εν τοις βιβλίοις: Ι. Νεοελλην. Φιλολογία (σελ.226-227)
Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων από της καταλύσεως της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μέχρι της Ελληνικής Εθνεγερσίας (1453-1821).

Σύγγραμμα Κων/νου Ν. Σάθα

Ι. «Βραβευθέν εν τω Φιλολογικώ διαγωνισμώ τω 1867. Εν Αθήναις εκ της Τυπογραφίας των τέκνων Ανδρέου Κορομηλά (Οδός Ερμού αρ. 291) 1868» αναφέρεται περί αυτού:
Εγεννήθη εν Ζακύνθω το 1480. Τω 1519 διατρίβων εν Βενετία έγραψεν εποποιίαν εις το νεοελληνικόν ομοιοκατάληκτον ιδίωμα, εν ω εξυμνεί τα στρατιωτικά κατορθώματα του Ηπειρώτου ηγεμονίδου Μπούα Γρίβα, διαπρέψαντος ως αρχηγού μισθοφόρων Ελλήνων εν τη υπηρεσία διαφόρων ηγεμόνων της Ευρώπης. Το αυτόγραφον του Ζακυνθίου στιχουργού αποτεθησαυρισμένον εν τη βιβλιοθήκη του Βασιλέως της Ιταλίας διεκοινώθη ημίν και αντιγραφέν εδημοσιεύθη μετά πολλών σημειώσεων και δύο χρωματογραφιών εν τω πρώτω τόμω των Ελληνικών ανεκδότων.

ΙΙ. «Ελληνικά ανέκδοτα περισυναχθέντα και εκδιδόμενα κατ’ έγκρισιν της Βουλής. Εθνική δαπάνη».

υπό

Κων/νου Ν. Σάθα
Τόμος πρώτος
ΤΖΑΝΕ ΚΟΡΩΝΑΙΟΥ
Μπούα ανδραγαθήματα
Αθήνησι
Τύπος του Φωτός 1867

Αναφέρεται περί του έργου τούτου: Πολύτιμον χειρόγραφον (εις το εν Τουρίνω Μουσείον της Α.Μ. του Βασιλεώς της Ιταλίας) ενώ ο Έλλην ποιητής Τζάνες Κορωναίος εξυμνεί τα στρατιωτικά κατορθώματα ενός απάτριδος τέκνου της δουλευούσης Ελλάδος, πολλάς δρέψαντος περί τα τέλη της ΙΕ και τας αρχάς της ΙΣΤ εκατονταετηρίδος δάφνας εις τα πεδία των εν Ιταλία, Γερμανία και Βελγική μαχών.
Επίσης ο Ζακύνθιος Χιώτης εδημοσίευσεν ολίγα περί του ποίητου και του υμνουμένου ήρωος (Genuisopra aleum Siena 1861, σελ. 5-10. Πανδώρα τόμος IΑ΄ 1861 φυλλ. 264 σελ. 607) έτι γράφει:
Ο γράψας το εν τη βιβλιοθήκη του Βασιλέως της Ιταλίας αποτεθησαυρισμένον χειρόγραφον ωνομάζετο Τζάνες Κορωναίος, Ζακύνθιος, ο δε υμνούμενος οπλαρχηγός Μερκούριος Μπούας Ηπειρώτης.
Εν συνεχεία εν τη εισαγωγή γράφει ο Κ. Σάθας:
«Τζάνες Κορωναίος Ζακύνθιος την πατρίδα, διέτριψεν εν Βενετία. Εις τα πολεμικά Χρονικά της εποχής εκείνης επίσημον θέσιν κατελάμβανον και Έλληνες μισθοφόροι πολλών δε εξ αυτών, ως Παλαιολόγοι, Λασκάρεις, Μπόχαλοι, Κλαδά και προ παντός Μερκουρίου Μπούα, πανταχού εξυπνείτο το φιλοπόλεμον, το ριψοκίνδυνον και ο στρατηγικός Νους. Έλλην ο Κορωναίος δεν ηδύνατο να μη φανή ενδιαφερόμενος δια την τιμήν του έθνους και μη καυχάται δια συμπατριώτας οίτινες περιλάλητοι καθ’ όλην την Ευρώπην εγένοντο. Υπό το πρίσμα αγνού πατριωτισμού συνέλαβεν ο Ζακύνθιος τούτος την αξιέπαινον ιδέα να ψάλλη τα κατορθώματα του επισημοτέρου των Ελλήνων Οπλαρχηγών και της επιγογνομένης ημίν παραδώση πολύτιμον μνημείον της κατά τους ζοφερούς εκείνους χρόνους αναλαμπής του υπό την απαισιωτέραν των τυραννιών στενάζοντος Γένους….
Ο ποιητής έλαβεν ειδήσεις λεπτομερείς περί των διαφόρων μαχών… και τα οικογενειακά έγγραφα εξέτασεν» Αλλά και εις την Ελλάδα καταβάς εξηρεύνησεν επιτοπίως τα περί αυτού ίνα καταδείξη ότι Έλλην και ουχί ξένος, ως τινές διισχυρίζοντο ήτο ο Μπούας.
Συνεχίζει ο Σάθας «ούτω δε γράψας ο Κορωναίος το ποίημά του κατ’ Οκτώβριον του 1519 (11/10/1519) απέστειλε μετά του εν τέλει πινακίου εις τον Μπούαν προτάξας την ωραίαν εξεικόνησιν των οικοσήμων αυτού.
Εκτός της μεγάλης ιστορικής αξίας, μεγαλυτέραν έχει την φιλολογικήν, η εποποιία του Κορωναίου. Είναι το πρώτον απ’ αρχής μέχρι τέλους γεγραμμένον εις καθαρούς ομοιοκαταλήκτους στίχους νεοελληνικόν ποίημα, φέρον καθαρόν τον τύπον της πρωτοτυπίας και επομένως του Ελληνικού Παρνασσού γνήσιον τέκνον καθιστάμενον».
Εν τω ποιήματι περιγράφονται τα κατορθώματα του Μερκουρίου Μπούα από 1495 έως 1519. (Ο Μπούας απεβίωσεν μεταξύ των ετών 1527 – 1562 εν Τριβιζίω εν έτει 1562 αποπερατώθη το εκ μαρμάρου λαμπρόν μνημείον αυτού επεξεργασθέν υπό Αντωνίου Λομβάρδη.
Τω 1637 εχαράχθη επί του μνημείου η εξής επιγραφή συγκεφαλαιωτικώς αναφέρουσα τινάς των εξιδιασμενων αυτού στρατιωτικών υπηρετικών.

Mercurio Bua Comiti E principibus Pelopenesi
Epirotarum equituum Ductori
Qui
Anno Sal MDCXXXVII

μέχρι σήμερον εν Τριβιζίω εν τη εκκλησία Santa Maria Maggiore δεικνύεται ο τάφος του.
Ως εξής έχει απόσπασμα τούτου:

Γ΄

5

Μαθόντες γούν την ευγένειαν και γενεαλογίαν
του θαυμαστού Μερκούριου και αγαθοεργίαν
πώς έκπαλαι το γένος του ήσαν μεγάλοι αυθέντες
και παρ’ απίστων των Τουρκών αδίκως διωχθέντες,
και πως εις ’Ταλίαν ώρμησεν ως αετός υψιπετής,
και Φράτζαν αποδίωξεν ως άξιος υπηρέτης, μ’ ολίγα λόγια ακούσατε κι’ άλλην ανδραγαθίαν,
θαυμαστήν τε και άξιαν, επαινετήν και θείαν.

10

Ορέ ντε Φράντζας θέλοντας να πα να πολεμήση ρεάμε της Ανατολής, τίποτες να μην αφήση
μπαρόνους όλους θαυμαστούς και αυθέντες ανδρειωμένους,
αυτήν βουλήν εκάλεσε πάντας διαλιμένους.

70

Έτι και τον Μερκούριον τον πολυφημισμένον είχε και συντροφιάν του, καλά ωρδινισμένον,
με στρατιώτας διαλεκτούς, τεχνίτες του πολέμου
πούχασιν άλογα εκλεκτά, γοργότερα τ’ ανέμου.

Τότες, αφού εγνώρισε ο ρήγας την ανδρείαν
του Μερκουρίου θαυμαστού και την γενναίαν καρδίαν
χρυσήν καλαίναν του δωκε κ’ έπιασε του κ’ το χέρι,
και παρευθύς τον έποικε τίμιον καβαλλιέρην.
Είτα και χώραν του’δωκε, κι’ είχε πολλήν σοδίαν
αξίαν ’ς την εαυτού μεγάλην ανδραγαθίαν.

ΙΙΙ.

«Εν τη Βασική Βιβλιοθήκη Αετού»
Σειρά πρώτη – τόμοι 1-48
Συντακτική επιτροπή
Διον. Ζακυνθηνός, Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, Ε.Π. Παπανούτσος
Βυζαντινή Ποίησις
Επιμελεία Γεωργίου Θ. Ζώρα
Καθηγητού εν τω Πανεπιστημίω Αθηνών, 1956

10. Τζάνες ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ: Ανδραγαθήματα Μερκούριου Μπούα. Το εκ 5.000 περίπου δεκαπεντασυλλάβων ομοιοκατάληκτων στίχων τούτο στιχούργημα έγραψεν, εν ετει 1519, ο στιχοπλόκος Ιωάννης Κορωναίος, άμοιρος μεν ποιητικής τέχνης, αλλά καλώς πληροφορημένος περί των ιστορούμενων γεγονότων.
Το περιεχόμενον αποτελεί αφήγησιν των κατορθωμάτων του εκ Ναυπλίου Αλβανού ήρωος, όστις εισελθών τω 1495 εις την υπηρεσίαν των Ενετών, βραδύτερον δε επί αυτοκράτορος Μαξιμιλιανού, αναλαβών την διοίκησιν σώματος Ελλήνων μισθοφόρων (στρατιώται), διεκρίθη εις πολλάς μάχας, εδοξάσθη πολύ και απέκτησε φήμην ακαταβλήτου Πολεμιστού, ενώπιον του οποίου να ωχριά η φήμη του Αχιλλέως και του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ως βεβαιοί ο ίδιος ο συγγραφεύς κατέβαλε πάσαν προσπάθειαν όπως εξαχριβώση τας παρεχομένας περί του ηρωός του ειδήσεις, μη αρκεσθείς μόνον εις προφορικάς πληροφορίας, αλλά φροντίσας να ερευνήση τα οικογενειακά έγγραφα και άλλας πηγάς. Λέγει:

κ’ εστάθηκα κ’ εξέτασα μετά πολλού του κόπου
τους άρχοντας του Αναπλιού και ολουνού του ντόπου,
κ’ έμαθα την ανατροφήν και όλες του τες τάξες
την αρχοντιάν κι’ ευγένειαν και όλες τους τες πράξες.

Η ευσυνειδησία αύτη του συγγραφέως καθιστά το έργον αξιόλογον ιστορικήν πηγήν και παρέχει πολλάς χρησίμους πληροφορίας περί της ιστορούμενης εποχής.
Όσον αφορά εις τον Μπούαν έλαβεν εκ μέρους της Ενετίας τον τίτλον του Αρχιστρατήγου, εις αναγνώρισιν της στρατιωτικής του αξίας, απέθανεν εν έτει 1527 εν Τριβίζω, όπου και ευρίσκεται ο τάφος του.
Εκτός της μελέτης του Σάθα έγραψαν Ch. Gidel, Nouvelles études sur litterature grecque moderne, ένθ’ αν, σελ. 537-577. Κρουμβάχερ, Ιστορία της Βυζαντινής Λογοτεχνίας, ένθ’ αν τομ.Γ΄, σελ.117-118, Ηλ. Βουτιερίδης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, ένθ’αν, τομ.Β΄, σελ.224-227.

4) Νικόλαος ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (Καλόγηρος) (1550)

Περί το 1430 μετώκησαν οι πρόγονοι του εκ Μάνης-Κορώνης εις ποταμόν Κυθήρων. Εξ αυτού άρχεται η οικογένεια Κορωναίων (Μανωλάκη) εν Κυθήροις. Θεωρείται αρχηγός του Κλάδου των Κυθήρων (Ποταμού). Από πολύτιμον ιδιόχειρον σημείωμα του Στρατηγού Π. Κορωναίου (σελίς 74) εις ο προτάσσει και πληροφορίας περί της καταγωγής της οικογένειάς του (Μ.Κ. Τσιστίλια εις Κυθηραϊκόν Κήρυκα 1932, Φύλλον 1, Πανηγυρικόν τεύχος). Αύται έχουν ως εξής:
«Η οικογένεια Κορωναίου καθ’ ο εκ παραδόσεως διασώζεται προήλθεν εκ Πελοποννήσου. Ο αρχηγός της οικογενείας έφθασεν εις Κύθηρα προ 500 περίπου ετών ως φυγάς ή εκούσιος μετανάστης, και ελέγετο Κορωναίος, όνομα το οποίον ή έφερεν ευθύς εξ αρχής ή τω εδόθη τούτο κατόπιν. Περί του πρώτου αυτού Κορωναίου πλείονα δεν είναι γνωστά ει μη μόνον ότι αφήκεν ως απόγονον έναν ονόματι Καλόγηρον όστις εγένετο εις από τους μεγαλυτέρους κτηματίας με μεγάλην επιρροήν και ο οποίος εγκατεστάθη εις τον Ποταμόν. Εξ αυτού κατάγεται η οικογένεια Κορωναίου, ως και αι οικογένειαι των Μπελιάνων, Περιάνων, Ψευτιάνων, αίτινες ωνομάζοντο μεν Κορωναίοι πλήν προς διάκρισιν έλαβον και τα παρατσούκλια αυτά» (ίδε και σελίδα 31).

5) Γεόργος ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (1618) (εκ Ζαρνάτας Μάνης)

Τοπικός αρχών

1. Απ. Β. Δασκαλάκη:
Η Μάνη και η Οθωμανική Αυτοκρατορία 1453-1821. (Οι επί Τουρκοκρατίας αγώνες των Μανιατών δια την ανεξαρτησίαν των και την απελευθέρωσιν της Ελλάδος μετ’ εικόνων).
…………………
Εν Αθήναις
Τύπος Σ. και I. Μπλαζουδάκη 1923
Εν αυτώ αναφέρεται μόνον το όνομα Κορωναίος τω 1618 (Γεόργος Κορονέος).
Επιστολή πρός τον Δούκα του Νεβέρ (σελ. 50).
Τότε παρεδόθη (Φθινόπωρον 1618) προς τον απεσταλμένον του Δουκός του Νεβέρ (κόμητα Σατωρενώ) (Chateaurenault) όστις είχε κατέλθει εις Μάνην όπου μετά του Πέτρου Μεδίκου συνήγαγε πάντας τους αρχιερείς και ανωτέρους κληρικούς και τους προκρίτους της Μάνης και τον συνοδεύσαντα αυτόν Μέδικον η ακόλουθος επιστολήν των (ίδε κατωτέρω σελ. 50).

2. Σειράς ιστορικών απομνημονευμάτων υπό Π. Χιώτη. Τόμος τρίτος, Κέρκυρα. Εκ της Τυπογραφίας της Κυβερνήσεως 1863. Οι Έλληνες εν τη δουλεία ουδέποτε επελάθοντο της εαυτών καταγωγής και αυτονομίας. Αείποτε καιροφυλακτούντες, εβούλοντο να επωφελώνται εκ των ευρωπαϊκών περισπασμών και προθύμως να επιδίδωνται τω παρέχοντι χείρα αυτοίς, όπως ασείσωσι τον ζυγόν των τυράννων. Και δη που περί τους αυτούς χρόνους (1612) Κάρολος ο Β΄ Δουξ του Νέβερς, υιός του Λουδοβίκου Γονζάγου και εγγονός του Φρειδερίκου Β΄ δουκός της Μάντοβας εκ θήλεως παρίστη την οικογένειαν των Ανδρονίκων Παλαιολόγων. Ότι η μάμμη αυτού Μαργαρίτα ήτις εγεννάτο εξ Ειρήνης Παλαιολογίνης εκ Μομφεράτου, ενυμφεύθη τον πάππον αυτού Φρειδερίκον Γονζάγαν Μαρκίωνα του Μομφεράτου και απόγονον του Θεοδώρου υιού Ανδρονίκου του Πρεσβυτέρου. Εβούλετο ουν αυτός προς το πολεμικόν κλέος, ο επί των Ουγγαρικών κατά Τουρκίας προσεκτήσατο, να επαυξήση και την οικείαν ηγεμονίαν, αποσπών εκ των Οθωμανικών τάς Ελληνικάς επαρχίας, επί των οποίων ανέπτυσσε δικαιώματα κυριότητος και κληρονομιάς δια την ένδοξον καταγωγήν Αυτοκρατορικού Βασιλόπαιδος του Βυζαντίου. Δυσμενής μεν κατά των απίστων, ευμενής δε κατά των δουλομένων Χριστιανών, ενδιεφέρετο εις τα δεινά των Ελλήνων και πολλάκις ωμίλει υπέρ αυτών προς τον Πάππαν, τον Αυτοκράτορα, τους Βενετούς και προς αυτόν τον Φίλιππον Γ΄ Βασιλέα της Ισπανίας, τοσούτον ισχυρόν εν τη Ευρώπη. Ούτοι μεν υπέσχοντο αυτώ συμπράξεις, αλλ’ ώφειλον επιβεβαιώσεις και ασφαλείας να έχωσι περί της διαθέσεως των Ελλήνων και επί της προς αυτούς αφοσιώσεως. Επί τούτω ο Νέβερς απέστελλεν πράκτορας προς τους εν Πελοποννήσω, διοργανίζων κίνημα επαναστατικόν κατά Τουρκίας και θραύσιν του ζυγού. Οι επίσκοποι Λακεδαίμονος, Μονεμβασίας, Ναυπάκτου, Ζυγού και άλλοι, ως ετι προεστώτες Μαΐνης Καλαμών, όλοι ενθουσιώντες παρεδέχθησαν την πρότασιν και έστειλαν την εξής αναφοράν δια του Γάλλου Πράκτορος Σατορενώλτ (1618).

Υψηλότατε αφθέντα δούκα της Ναβερσίας Παλαιολόγε ,
Εγροικήσαμεν με μεγάλην χαράν και αγαλοίασιν από τον εκλαμπρότατον Κόντε ντί Καστέλ-Ρινάλδος μαζί με τον εκλαμπρότατον σινιόρ Πιέρο ντε Μέδιτου σύντροφός του και συμπατριώτης μας, την αγάπη της υψηλοτάτης σου αφεντείας, και την μεγάλην προθυμίαν όπου έχεις δια το γένος των Ρωμαίων, και του οποίου ευχαριστούμεν, και προσκινούμεν την υψηλοτάτην σου αυθεντίαν, να σου δώση ο Θεός χάριν να ελευθερώσης με νίκες και δύναμες και τάξες, όπου πρέπει δια να πάμε κόντρα εις τον Αγαρινόν. και οπότε έρθης με τες δύναμες εκείναις, οπού επροείπαν οι άνωθεν ειρημένοι και όποτε η υψηλότατη σου αφεντία θέλεις έρθη με εκείνες ταις δύναμες και τάξες όπου μας είπαν οι άνωθεν, είμεσθεν πρόθυμοι να προσκυνήσουμε την Αλτέτζα σου, και να την ακολουθήσουμεν και να χύσουμεν το αίμα μας δια την αγάπην του εσταυρωμένου Χριστού του οποίου θέλομεν ζητήσει, και να αποθάνουμεν ανταμώς, έως εφόρου ζωής μας. Με τούτο όμως να έχωμεν δύναμιν και εμπιστοσύνην από τον γαληνότατον και Χριστιανικώτατον Ρίγαν να μη μας εξαφήση εις απώλειας και χαθούμε, εμείς και τα παιδιά μας. Ότι τώρα δεν είναι ωσάν άλλες βολές, να μας συμπαθήσουν, όπου ο Αγαρινός μας εχάλα και πάλιν μας εσυμπάθει. αμή τώρα αν μας νικήση, δεν είναι να αφήση ψυχή από τον κοσμόν ετούτον. Το λοιπόν η υψηλότατη σου αφεντία θέλεις κάμη να δώση πίστιν των άνωθεν δύω, με τους οποίους ωμιλήσαμε, ότι κάμνει χρείαν εις το Θείον έργον. Και στέλνομεν το άνωθεν σινιόρ Πιέρο Ντε Μέδιτσι (ιατράκον) ως συμπατριώτην μας, και τον πρώτον του τόπου μας και… οπού τον έχομεν από τον κάβο της Μάνης έως την Καλαμάτα, και εδώκαμεν την θύμησι δια να γυρέψη ζητήματα δια τον τόπον μας. Και είτι όπου να γείνη και να ζητήση δια τον τόπον μας το στεργόμεστε. (Παρακαλούμε) δε εις το τέλος της γραφής, ίνα δίδη ο ουρανός της υψηλοτάτης σου αφεντίας πάσαν δύναμιν και νίκην εις τες αξίες σου ανδρίες και προθυμίαις, και να σε έχομεν πρίντσιπον εδικόν μας.
Ευλαβείς δούλοι και ευσπλαχνικοί κατά τα πάντα γράφομεν από τον κάβο της Μάνης έως την Καλαμάτα: γράφομεν και σε προσκυνούμε και υπογράφονται κάτωθι οι Προεστοί μας5.
Εγό Γλυγόρις στέργομε το άνοθε με τι γενιά μου και με το χοριό όλο.
Και εγό Πατρήκιος Φοκάς προσκυνό την υψιλοτητά σου αφεντιά.
Κ’ εγό Δημητράκης Κοντοσταύλος με τη γενεά μου κε με τον τόπον μου όλον, προσκυνό την υψηλότητα σου αφεντία.
Κ’ εγό Δυμύτρυς Νήκλος με τη γενεά μου προσκυνό την υψηλότητά σου αφεντία.
Ιωσάφος ιερομόναχος και ηγούμενος Χέλμου εγό Ηκονόμος Νερεί χορας Μιλέας προσκυνούμε τιν υψηλοτάτι σου αφεντία τε Νοβερτίας.
Και εγό Δυμύτρυς Νίκλος προσκυνό την υψηλοτάτη σου αφεντία με τη γενεά μου όλυ και με τον τόπον.
Κε εγό Φραντζίσκος Ουίτελου στέργομε τα άνοθε με Ζαρνάτα…. ημετέρου του βασιλέως.

Κε εγο Κονσταντίς Πούβαλος στέργομε το άνοθε με τι γενιά μου κε με όλι τι Ζαρνάτα.
Γεόργιος Σκούμπλος και Ταβουλάριος Αρδουβίστας με όλην μου την χόρα προσκυνώ την υψηλοτάτη σου αφεντία.
Νικήτας Μελισσινός και Ταβουλάρις χώρας Πράσκου προσκυνούμε την υψηλοτάτη σου αφεντία.
Οικονόμος Κουτηφάρις με τη γενιά μου κε με τα χορία μου Ζίγου προσκυνούμε την υψηλότατη σου αφεντίαν.
Δημήτρης Στυλνάνος με τα χόρια μου και με τα γενεά μου προσκυνό την υψηλοτάτυ σου αφεντία.
Εγό Διμέας Βελκούνος χόρας Αρεχόβας προσκίνου με την υψηλοτάτι σου αφεντία Δούκα τε Νοβερσιάς.
Γεόργος Κορονέος με τα χορία μου προσκύνο την υψηλοτάτυ σου αφεντίαν.
Και εγό Λουκας δε Μεδήτζης από το Βύτιλο προσκίνο την υψηλοτάτη σου αφεντίαν.
Κε εγό Θεόδορος Στεφανόπουλος με την γενιά μου και με το Βίτυλο προσκίνω την υψηλότητά σου αφεντύα.
Κε εγώ Θεοδοράκις Μαλέβρις με τι γενιά μου και με όλο το χορίο Μάνι προσκίνο τιν υψηλυτίτη σου αφεντύα.
Και εγό Κονσταντίς Στεφανόπουλος με την γενιά μου και με τον Βύτυλο προσκύνο την υψυλυτίτη σου αφεντυα.
Μιχαλάκυς Κωσμάς με την γενιά μου και με το χορίο μου προσκύνο την υψηλοτάτη σου αφεντία.
Και εγό Λυός Μεδυτζυς από τον Βύτυλο προσκύνο την φυλυτί σου αφεντία.

6) ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (1696) Κελεφά Μάνης

προύχων του Κελεφά

1. Οι Κορωναίοι αναφέρονται μεταξύ των προυχόντων του Κελεφά μετά των Μαυρομιχάλη – Κουτηφάρη – Ζαννετάκη κλπ. (επιστολή Κορνάρου προς Μοροζίνην Δελτίον Εθν. Εταιρείας 70).
Έκθεσις του Προβλέπτου Κόρνερ (27/4/1690):
Εκ τούτων μνημονεύονται μεταξύ των προυχόντων του Κελεφά (Μάνης) τα ονόματα: Πετροπουλάκης, Κορωναίος. Μαυρομιχάλης1. Κουτηφάρης. Ζαννετάκης. Στεφανόπουλος. Τριγόνας. Λουκάκης. Γερακάρης. Βλέπε Λάμπρου η περί της Πελ/νήσου έκθεσις του Βενετού προβλέπτου Κόρνερ. Δ.Ι.Ε.Ε. 2 (1885), σ.288.

2. Μεσσηνιακά. Δημητρίου Δουκάκη 1905 σελίς 151. Τον Λυμπεράκην είδομεν προ μικρού στρατεύμενον μετά των Τούρκων, νυν δε βλέπομεν αυτόν (1696) διαπραγματευόμενον με τον Λάμπην τον αρματωλόν (ίδε Τουρκοκρ. Ελλ. υπό Κ. Σάθα σελ. 420). «Εκτός του Λάμπη συνετέλεσαν εις την προσέλευσιν του Γερακάρη και ο συμπολίτης αυτού Παναγ. Δοξαράς στρατευμένος υπό τας ενετικάς σημαίας» (Νεοελλην. Φιλολογία Κ. Σάθα, σελίς 425. Σύντροφοι του Λυμπεράκη, ήσαν οι εκ Κελεφά, Τριγούνας, Μποτίνης, Χύτας εκ δε των εν Ζαρνάτα ο Ταυλάριος Βούλτσος. Εν καταλόγω τινι των προυχόντων του Κελεφά ανευρίσκομεν τα ονόματα Πετροπουλάκη, Κορωναίου, Μαυρομιχάλη, Κουτηφάρη, Τριγόνα, Ταβουλάρη (ιδέ επιστολήν του Κορνάρου προς Μοροζίνην. Δελτίον Εθν. Εταιρίας, σελ.70).


  • 5 Εις τας υπογραφάς των αναφερομένων φυλάσσεται η ορθογραφία ως και εν μέρει κατά την αναφοράν.

  • 6 Περί της οικογενείας ταύτης Μαυρομιχαλάκη βλ. ΑΝΩΝΥΜΟΥ. Οι Μαυρομιχάλαι. Συλλογή των περί αυτών γραφέντων. Μέρος Α΄ Αθήναι 1903. Παλαιά μαρτυρία του ονόματος ευρίσκεται εν τη εκθέσει του Προβλέπτου της Βενετίας Κόρνερ (27/4/1960). Εις ταύτην μνημονεύοντι μεταξύ των προυχόντων της Κελεφάς (Μάνης) τα ονόματα: Πετροπουλάκης, Κορωναίος, Μαυρομιχάλης, Κουτηφάρης, Ζαννετάκης, Στεφανόπουλος, Τριγόνας, Λουκάκης και Γερακάρις (Βλ. Σ. Λάμπρου. Η περί της Πελ/νήσου έκθεσις του Βενετού προνοητού Κόρνερ Δ.Ι.Ε.Ε. 2 (1885) σ.288. επί λέξει αναφέρεται εν ταύτη: «εξ αυτών η 24α επιστολήν Κόρνερ εκ Πατρών τη 27/4/1690 περιλαμβάνει: εν Καταλόγω τινί των προυχόντων του Κελεφά ανευρίσκομεν τα ονόματα Πετροπουλάκη, Κορωναίου, Μαυρομιχάλη, Κουτηφάρη, Ζαννετάκη, Στεφανοπούλου, Τριγόνα, Λουκάκου, Γερακάρη.

Συνεχίστε την ανάγνωση