Αντιστράτηγος και Πολιτικός.
Ο Στρατηγός Πάνος Κορωναίος υιός του Νικολάου εγγονός του Μηνά (ίδε υπ’ αριθ. 7 Νικολ. Κορωναίος) εγεννήθη εν Κωνσταντινουπόλει τη 24/9/1808 εκ γονέων Κυθηρίων αφού δε έλαβεν αυτόθι εγκύκλια μαθήματα είτα εσπούδασεν εις την Ιόνιον Ακαδημίαν Κερκύρας, καθ’ όσον η οικογένειά του ηναγκάσθη κατά την Ελληνικήν επανάστασιν να μετανάστευση εις την πόλιν τούτην. Νεώτατος όμως εγκατέλειψε τα σχολικά θρανία και μεταβάς εις Ναύπλιον κατετάχθη εις τον τακτικόν στρατόν του Φαβιέρου μεθ’ου συμετέσχε πλείστων μαχών τραυματισθείς εις τινα τούτων. Μετά την αποκατάστασιν του Ελληνικού κράτους εισήχθη ως υπότροφος του Κράτους εις την νεοϊδρυθείσαν εν Ναυπλίω υπό του Καποδιστρίου Στρατιωτικήν Σχολάν των Ευελπίδων, εξελθών τούτης (1831) εκ των πρώτων, της πρώτης τριάδος (στις 16/7/1831) σε μια λαμπρά τελετή απενεμήθησαν τα διπλώματα στους οκτώ πρώτους αξιωματικούς που βγήκαν απο τη Σχολή με το βαθμό του ανθυπολοχαγού του πυροβολικού. Οι πρώτοι αυτοί αξιωματικοί ήσαν Μιχαήλ Σοφιανός, Ελευθ. Σχινάς, Παν. Κορωναίος, Βασιλ. Σαπουτζάκης, Ιωαν. Άξελλος, Γεωρ. Μομφεράτος, Αρσ. Βλάχος και Εμμ. Κυδωνάκης). Ούτος ως ανθυπολοχαγός Πυροβολικού υπηρέτησε αμέσως υπό τας διαταγάς του Φιλλέληνος Γάλλου Στρατηγού Μαιζώνος. Τω 1854 ευρισκόμενος δι’ ευρυτέρας στρατιωτικάς μελέτας εν Ευρώπη έσπευσε να ηγηθή εθελοντικού σώματος εξ’ Επτανησίων, μεταβάς εις Ρωσσίαν, διαβάς δε θριαμβευτικώς τον Δούναβιν και δώσας την νικηφόρον μάχην του Γαλαζίου, ανεδείχθη ήρως και επαρασημοφoρήθη δια την ανδρείαν παρά της Ρωσσικής Κυβερνήσεως. Εν έτει 1859, φέρων τον βαθμόν του ταγματάρχου Πυροβολικού ανέλαβεν ενεργόν υπηρεσίαν εις το Γαλλικόν επιτελείον και μετέσχεν εις τας Πολεμικάς επιχειρήσεις Συρίας και Αλγερίου τιμηθείς δια της Λεγεώνος της Τιμής.
Εν Ελλάδι ανέλαβεν υπηρεσίαν εις διαφόρους θέσεις, ως αντισυνταγματάρχη καταστάς πολύτιμον στοιχείον. Ο Κορωναίος υπήρξεν καθ’ όλην την διάρκειαν της δυναστείας του Όθωνος ο σημαντικώτερος επαναστατικός πυρήν λαβών μέρος εις όλας τας κατά του Όθωνος εξεγέρσεις. Κατά τα «Ναυπλιακά» ήτοι την εκραγείσαν την 1ην Φεβρουάριου 1862 στρατιωτικήν επανάστασιν εν Ναυπλίω κατά της απολυταρχίας του Όθωνος υπήρξεν εκ των Πρωτεργατών (μετά των Γρίβα, Μπότσαρη, Ζυμπρακάκη, Δυοβουνιώτη κλπ.), καταπνίγεισαν εις το αίμα δια των στρατευμάτων του Βαυαρού υποστράτηγου Χαν και καθ’ην επανάστασιν επληγώθη συλληφθείς και φυλακισθείς μετεφέρθη δήθεν προς λουτροθεραπείαν εις Κύθνον κυρίως όμως προς απομόνωσιν υποστάς παντοίας στερήσεις. Ότε δε το κατά του Όθωνος λαϊκόν ρεύμα ωγκώθη και επηκολούθησεν η επικρατήσασα Επανάστασις του Οκτωβρίου 1862 και εσαρώθη η δυναστεία του Όθωνος και το Υπουργείον «αίματος» ως απεκαλείτο τότε η Κυβέρνησις Δ. Μιαούλη, η νέα κυβέρνησις υπό τον Δ.Βούλγαρη έσπευσε και απεφυλάκισε τον Κορωναίον, εις τον οποίον ανέθεσε την αρχηγίαν της Εθνοφυλακής. Το σχετικόν ψήφισμα φέρον την υπογραφήν του Υπουργού Θ.Α. Ζαΐμη, καταλήγει ως εξής: «Ελπίζομεν Κύριε Αντισυντ/χα, ότι δια του πατριωτισμού ου εδείξατε τρανά δείγματα και της διακεκριμένης ικανότητός σας θέλετε δικαιώσει πληρέστατα την εκλογήν ταύτην». Ο Κορωναίος μεταβάς εις Ναύπλιον έτυχε παλλαϊκής υποδοχής, ο δε Δήμος Ναυπλιέων τον ανεκήρυξεν επίτιμον Δημότην της πόλεως. Σημειούται δε εις το σχετικόν ψήφισμα ότι εξουσιοδοτείται ο κ. Δήμαρχος «Να δημοσιεύσει αυτό ίνα πάντες μάθωσιν ότι οι Έλληνες, γιγνώσκουσι να εκτιμώσι και σέβωνται τους ακραιφνείς και γνησίους χαρακτήρας και τας πατριωτικάς και αληθείς αρετάς των αγαπώντων ειλικρινώς την Πατρίδα, και αγωνιζομένων υπέρ της ευδαιμονίας και του μεγαλείου αυτής».
Εκλεγείς πανηγυρικώς πληρεξούσιος Αττικής κατά την επακολουθήσασαν την έξωσιν του Όθωνος Β΄ Εθνοσυνέλευσιν (1864) έδρασε σημαντικώς εν αυτή ως αρχηγός της ομάδος των ορεινών. Ορεινοί και πεδινοί ωνομάσθησαν (ομοίως και) εις την Ελλάδα οι αποτελέσαντες τας δύο αντιμαχομένας πολιτικάς μερίδας κατά την εποχήν της εν Ελλάδι μεταπολιτεύσεως του 1863 μέχρι της εγκαταστάσεως εις τον θρόνον του Βασιλέως Γεωργίου του Α΄. Οι μεν κεκηρυγμένοι υπέρ της τάξεως και της αποκαταστάσεως της ηρεμίας εις την χώραν ωνομάσθησαν «ορεινοί» (Κορωναίος Π.) διότι είχον την υποστήριξιν του ορεινού ή άλλως ορειβατικού πυροβολικού. Οι δε επιζητούντες υπό τον Επαμεινώνδα Δεληγιώργη ανατροπήν των πάντων και επιτείνοντες δια βιαίων ενεργειών την αναρχίαν, έλαβον την προσωνυμίαν «Πεδινοί», διότι μετ’ αυτών συνετάχθη το σώμα του πεδινού πυροβολικού – και ταυτοχρόνως ως αρχηγός της Εθνοφυλακής Αθηνών – Πειραιώς.
Η έγγραφος έφεσις περί εξουσιοδοτήσεως προς την εθνοσυνέλευσιν όπως εκδώση ψήφισμα περί συγκαλέσεως επτανησίων πληρεξουσίων, υπεγράφη παρ’ όλων των Ιονίων Βουλευτών και εδόθη δια του υπουργού προς την εθνοσυνέλευσιν. Κατά την συνεδρίασιν της 14/4/1864 ανεγνώσθη πρότασις των πληρεξουσίων Δ.Χρηστίδου, Θ.Α. Ζαΐμη, Α. Κουμουνδούρου, Β. Δεληγιώργη και Π. Κορωναίου περί εκλογής των πληρεξουσίων.
Κατά την Κρητικήν Επανάστασιν 1866-1867 ο Κορωναίος έλαβεν ενεργόν μέρος, ως αρχηγός Ρεθύμνης επιδείξας άφθαστον ηρωισμόν, καταστάς ο επικινδυνωδέστερος αντίπαλος του Αρχηγού των Τουρκοαιγυπτιακών στρατευμάτων Μουσταφά Πασσά, όστις επεκήρυξε την κεφαλήν του αντί 500.000 γροσσίων. Εν συνεχεία εξελέγετο πάντοτε ως Βουλευτής Αττικής (1868) και Κυθήρων (1875, 1879, 1885) χρηματίσας δις Υπουργός των Στρατιωτικών (1863 και 1864). Εις την Βουλήν, ανεδείχθη εξαίρετος Πολιτικός αι δε αγορεύσεις του ήσαν μνημειώδεις (ίδε Κ.Μ Γράψα Πολιτική εγκυκλοπαίδεια).
Την Ελλάδα αντιπροσώπευσεν εικοσάκις τουλάχιστον εις ευρωπαϊκά Συνέδρια και Εκθέσεις. Μετά την αποστρατείαν του και την αποχώρησίν του εκ της Πολιτικής εξηκολούθει δρων ζωηρώς ως Πρόεδρος ή μέλος διαφόρων εθνικών Σωματείων και Πατριωτικών οργανώσεων. Απέθανεν εν Αθήναις εις βαθύ γήρας την 17/1/1899, με βαθμόν του Αντιστράτηγου. Αι Αθήναι τιμώσαι τον ανδραν έδωσαν το όνομά του εις μιαν οδόν των Iλισίων, η δε ιδιαιτέρα του πατρίς τα Κύθηρα έστησαν την προτομήν του εις την κεντρικήν πλατείαν του Ποταμού. Την 21ην Μαΐου του 1911 εγένοντο εν Ποταμώ τα αποκαλυπτήρια της Προτομής του Πάνου Κορωναίου υπό του Πρωθυπουργού Ελευθερ. Βενιζέλου κατελθόντος επί τούτου εις Κύθηρα ενώπιον, πολλού πλήθους λαού, της αντιπροσωπείας Κρητών εκ της αυτονόμου Κρητικής Πολιτείας ελθούσης ίνα αποτίση φόρον τιμής και ευγνωμοσύνης προς την μνήμην του στρατηγού Κορωναίου. Τέλος η λαϊκή Μούσα των Ελλήνων της Ρωμουνίας απηθανάτισε το έργον του δια των κάτωθι στίχων:
Αρχιμαχητήν γενναίον και αγωνιστήν λαμπρόν
τον ανδρείον Κορωναίον θα υμνήσω τραγουδών
Γίγας εις το σχέδιό του, εις το έργον του αστραπή
τους προγόνους του ενθυμίζει που προσκύνησεν η γη.
Θρήνον κάμνει εις την Κρήτην, Τούρκους σφάζει σαν τραγιά
Μουσταφά Πασά κλονίζει και τον διώχνει στα Χανιά.
Εις τα στήθη του έχει αίμα φιλελεύθερο θερμό,
Ποιος μπορεί να τον κρατήση να του πη σε σταματώ.
Εξέδωκε μεταφράσεις εκ του Γαλλικού «Εγχειρίδιον βολής πυροβολικού» και «Εγχειρίδιον τακτικής» και έγραψεν «Αφήγησιν των γεγονότων της επαναστάσεως του 1862».
Larousse du XXe Siècle 1929 Τόμος 2 σελ. 488
CORONEOS P. revolutionaire grec (Constantinople 1811 -1899) IL servit succesivement dans l’armée grecque, en Crimee dans l’armée russe, puis, en 1860, dans l’expedition francaise de Syrie. Accusé de conspirer contre lo roi Othon il fut enfermé, et s’etant échappé, il se mit a la tete de l’insurrection. Emprisonné de nouveau il ne fut remis en liberté qu’ l’abdication du roi en 1862. Ministre de la guerre dans le gouvernement provisoire, il se rendit à la téte de l’insurrection cretoise en 1866, puis rentra dans sa patrie lorsque la Crete retomba aux mains du Turcs.
Περιγραφή των γεγονότων του 1861- 62
Επανάστασις Ναυπλίου 31/1/62 – Επανάστασις Αθηνών 10-11/10/1862
I. Η 25η Μαρτίου 1861 οπωσδήποτε εωρτάσθη δια συμποσίων. Λόγοι εξεφωνήθησαν και ζωηροί εν αυτοίς υπαινιγμοί διατυπώθησαν κατά του Βασιλέως. Ολίγον βραδύτερον κατηγγέλλοντο επί συνομωσία οι Α. Γλαράκης, ο Α. Κλεομένους, ο Α. Μελισσσόβας, ο Α.Σεραφείμ, ο I. Δούμας, ο Δ. Βούλγαρης, ο Ν. Περόγλου και ο Συντάκτης του «Τηλεγράφου» Καλαμίδας, απελύθησαν όμως όλοι μετ’ ολίγας ημέρας. Εξ’ άλλου είχον καταγγελθή προς την Κυβέρνησην ως δρώντες εναντίον του Καθεστώτος οι Χαρ. Ζυμβρακάκης, Ταγ/ρχης, Α. Μπότσαρης, Ν. Μακρής, Γ. Μαυρομιχάλης, Δ. Κολοκοτρώνης, Τ. Βάσσος, Π. Κορωναίος κ.α. τους οποίους συλληφθέντας απέστειλε η Κυβέρνησις εις επαρχιακάς φυλακάς (εγκυκλοπ. Ηλίου).
Τον Ιούνιον του ίδιου έτους (1861) ο Όθων ανεχώρει εις Γκαστάϊν της Αυστρίας προς χρήσιν λουτρών, αναθέσας προηγουμένως την εκπροσώπησίν του εις την Βασίλισσαν Αμαλίαν. Την 9ηv εσπερινήν ώραν της 6ης Σεπ/ρίου 1861 επιστρέφουσα αύτη έφιππος εκ περιπάτου επυροβολείτο υπό του δεκαοκταετούς Αριστείδου Δοσίου, υιού του Κ. Δοσίου άλλοτε Γεν. Γραμματέως του Υπουργείου. Η Βασίλισσα εν τούτοις απένειμε χάριν εις τον καταδικασθέντα εις θάνατον θερμόαιμον νέον, όστις μετά τινα έτη εδημοσίευσεν αξιολόγους οικονομικάς μελέτας.
Οι συγκεντρωθέντες ως άνω δεν εβράδυναν να συνεννοηθώσι προς αλλήλοις δια την οργάνωσιν στρατιωτικού κινήματος. Αρχηγοί εγένοντο οι Ανώτεροι Αξιωματικοί Πάνος Κορωναίος και Άρτεμης Μίχος και οι κατώτεροι Α. Δρίβας, Μπότσαρης, Σμόλεντς, Πραΐδης, Παραμυθιώτης. Εκ των πολιτικών αρχών μετείχον της συνομωσίας ο εφέτης Γ. Πετμεζάς, ο πρωτόδικης Π. Μαυρομιχάλης, ο υποπρόξενος του Βελγίου Σ. Ζαβιτσιάνος άλλα μέλη της κοινωνίας του Ναυπλίου, μεταξύ δε άλλων η Καλλ. Παπαλεξοπούλου.
Την νύκτα της 31/1/1862 το τάγμα του Άρτεμη Μίχου επί του φρουρίου Ιτζ Καλέ του Ναυπλίου ηλευθέρωσε τους εγκαθείρκτους αξιωματικούς Π. Κορωναίον, Χ. Ζυμβρακάκην και άλλους, την τρίτην δε πρωϊνήν ώραν εις την πλατείαν της πόλεως Στρατός και πολίται επανεστάτουν κατά του καθεστώτος. Το πρωί παρεδίδετο το Παλαμήδι εις τους επαναστάτας. Συνεκροτείτο επιτροπή «γενικής Ασφαλείας της τάξεως». Εις την δευτέραν προκήρυξίν της η επιτροπή εζήτει την κατάλυσιν του συστήματος της νοθεύσεως των ελευθεριών και την εις την Κυβέρνησιν του Κράτους έλευσιν ανδρών ενάρετων και εχόντων την θέλησιν ανοθεύτως να πραγματοποιήσωσιν «τας συνταγματικάς ελευθερίας» και την διάλυσιν της υπαρχούσης Βουλής, την «συγκάλεσιν» Εθνικής Συνελεύσεως προς το συμφέρον του Έθνους και του Θρόνου «δια την λύσιν των εθνικών εκκρεμών ζητημάτων, τα οποία κρατούσιν μετέωρον την τύχην του Έθνους». Η προκήρυξις δεν ήτο εκ του εμφανούς αντιβασιλική, Πρότασιν του Κορωναίου όπως εκστρατεύσωσι κατά των Αθηνών απέρριψαν οι στασιασταί. Εις άλλην όμως προκύρηξιν (6 Φεβρουάριου) η προσωρινή επί της δημοσίας ασφαλείας επιτροπή προεκάλει τους Έλληνας ίνα συνελθόντες εις τας πεδιάδας της Αργολίδος, ηνωμένοι «βαδίσωσιν εις τας Αθήνας» δια να απαιτήσουν την εκπλήρωσιν των ευχών του Έθνους.
Εν τω μεταξύ είχε κηρυχθή η επανάστασις και είχε παραταχθή ο λαός την 2αν Φεβρουάριου δια να δώση τον όρκον «ορκίζομαι επί των σημαιών να μη εγκαταλειψω αυτάς ουδέ να καταθέσω τα όπλα πρίν πραγματοποιηθή τελικώς ο Εθνικός σκοπός υπέρ του οποίου ωπλίσθην». Ο Όθων απέστειλε κατά των επαναστατών του Ναυπλίου 800 ενόπλους υπό τον Ελβετόν Χάν. Συγκρούσεις αιματηραί εσημειώθησαν. Οι εν Ναυπλίω κατέθεσαν τα όπλα 7/4 ο στρατός εισήλθε και κατέλαβε το Ναύπλιον και τα φρούρια την επομένην εδόθη αμνηστία εις τους επαναστατήσαντας εκ της οποίας όμως εξηρέθησαν οι Πρωτεργάται, Αντισυνταγματάρχης Παν. Κορωναίος, Δ. Γρίβας, Χ. Ζυμβρακάκης και άλλοι. Η Ναυπλιακή επανάστασις απομονωθείσα έπεσε. Αλλ’ η πτώσις της ανήγειρε την καθόλου επανάστασιν ως εξεγείρασα όλους τους Έλληνας φανερά όχι μόνον κατά της Κυβερνήσεως αλλά κατ’ αυτού του προσώπου του Όθωνος. Η αιματοχυσία συνετέλεσε τα μέγιστα εις τούτο.
ΙΙ. Ο Όθων και η Αμαλία εγκατέλειψαν την 1ην προς 2αν Οκτωβρίου την βασιλικήν αποβάθραν του Πειραιώς προς περιοδείαν. Την 6ην/10/1862 ο αρχιεπαναστάτης Θεόδωρος Γρίβας ύψωνε την επαναστατικήν σημαίαν εις την Βόνιτσαν. Ακολούθως επεξετείνετο η εξέγερσις εις το Μεσολόγγι και εις τας Πάτρας, υπό τον Βενιζέλον Ρούφον, εις τα Καλάβρυτα, εις το Αίγιον, εις την Κόρινθον. Την 10ην προς την 11ην Οκτωβρίου 1862 αναίμακτος επεκράτει η επανάστασις εν μέσαις Αθήναις. Εις τον στρατώνα του Πυροβολικού συνετάχθη υπό του Ε. Δεληγιώργη και το περί καθαιρέσεως του Όθωνος και της Αμαλίας και περί συγκλήσεως Εθνικής Συνελεύσεως ψήφισμα. ο Βούλγαρης συνεκρότησε Υπουργειον. Την εσπέραν της αυτής ημέρας εξ άλλου ο Όθων διακόψας την περιοδείαν του κατέπλεεν εις Πειραία, άφηκε το Ελληνικόν πλοίον και επιβάς μετά της Βασιλίσσης επί του Αγγλικού «Σκύλλα» έστειλε εκείθεν προ του απόπλου προς τους τέως υπηκόους του σύντομον προκύρηξιν. Ο Όθων κατευθύνθη εις Μόναχον και εκείθεν εις Βαμβέργην. Την 24/11/62 έγινεν εν Ελλάδι η εκλογή των Πληρεξουσίων. Την 10/12 συνήλθον ούτοι, την 17/1/63 εξελέγη Πρόεδρος της συνελεύσεως ο εκ του Μεσολογγίου Ζηνόβιος Βάλβης. Σχηματισθείσης Κυβερνήσεως ηκολούθησαν ταραχαί μεταξύ οπαδών της ορεινών εν τη Βουλή. την ίδιαν νύκτα της συγκροτήσεως του Υπουργείου οι Ορεινοί προσεταιρίσθησαν όλο το ευρισκόμενον εις τάς Αθήνας Πεζικόν, τους ιππείς την διλοχίαν των Πυροσβεστών, και εστασίασαν κατά των δύο Κυβερνητών Βούλγαρη-Ρούφου, μόνον το πυροβαλικόν δεν προσεχώρησε εις κανένα λόγω διχογνωμιών. Την πόλιν εφρούρουν οι Εθνοφύλακες του Πάνου Κορωναίου. Την 9/2/63 οι αντίπαλοι φατρίαι ελάμβανον στάσιν μάχης. Ευτυχώς προελήφθη η αιματοχυσία. Αδιαλείπτως εσχηματίζοντο Υπουργεία. Την 18-21/6/63 επί τριήμερον έλαβον χώραν εν Αθήναις αιματηραί συρράξεις και μάχαι (Ιουνιανά) των φατριών «πεδινών» και «ορεινών» προς κατάληψιν της αρχής. Των «πεδινών» ηγούντο ο Παπαδιαμαντόπουλος, ο Μακρής, ο Άρτεμης και ο Λεωτσάκος, των δε «ορεινών» ο Π. Κορωναίος και ο Δ. Γρίβας. Τα θύματα των «Ιουνιανών» ανήλθον εις 120 νεκρούς και 300 περίπου τραυματίας. Την τρίτην ημέραν επετεύχθη επιχειρία, την επομένην δε εγένετο συμφιλίωσις των αντιπάλων εν τη πλατεία Ομονοίας, εις ην εδόθη έκτοτε το όνομα τούτο προς ανάμνησιν του τερματισμού του εμφυλίου πολέμου. Εις την Εθνοφυλακήν ανετέθη η φρούρησις της Πρωτευούσης.
Την 18ην/3/63 εξελέγετο Βασιλεύς των Ελλήνων ο δευτερότοκος υιός του Διαδόχου Χριστιανού της Δανίας. Την 17ην/10/63 ο Βασιλεύς Γεώργιος έφθασεν εις Αθήνας.
Ο Πάνος Κορωναίος διετέλεσε δις υπουργός των Στρατιωτικών τω 1863 και 1864.
Τα της Δράσεως του Π. Κορωναίου εν Κρήτη (Αρκάδι)
Η επανάστασις του 1866 εν Κρήτη. Κατά τάς παραμονάς της επαναστάσεως του 1866 η Κρήτη είχε 278.000 περίπου κατοίκους εκ των οποίων 275.000 ήσαν Χριστιανοί, 62.000 Τούρκοι, και 1.000 Εβραίοι (εγκυκλ. Ηλίου).
Από των αρχών του 1866 είχον αρχίσει αι μυστικαί συνεννοήσεις δια την μεγάλην επανάστασιν. Εις την Ελευθέραν Ελλάδα συνεκεντρώνοντο μυστικώς όπλα και πολεμοφόδια και ενεγράφοντο από πάσης γωνίας της Ελληνικής γης εθελονταί δια τον επικείμενον μεγάλον αγώνα της Κρήτης. Η πρώτη μεγάλη συγκέντρωσις εγένετο και πάλι εις τα ιστορικά Μπατσουνάρια εκ 4.000 ανδρών και απεστάλη η πρώτη έγγραφος και έντονος διαμαρτυρία εις τον τύραννον εξωμότην. Ταχέως οι συγκεντρωθέντες υπερέβησαν τας 10.000 και σώματα εκ τούτων εξαπεστάλησαν εις τα διάφορα σημεία της Κρήτης προς συντονισμόν των επί μέρους ενεργειών. Μετά την επίδοσιν της αναφόρας οι συναθροισθέντες διελύθησαν και μετέβησαν διατελούντες πάντοτε εν επιφυλακή εις τα χωριά των αφού εξέλεξαν τριακονταμελή επιτροπήν με την εντολήν να αναμένη την απάντησιν του Σουλτάνου και να λάβη τας ενδεδειγμένας αποφάσεις. Ο Σουλτάνος απέρριψε την διαμαρτυρίαν των Κρητών και διέταξε την σύλληψιν της 30μελούς επιτροπής και συγχρόνως απέστειλε προς ενίσχυσιν του Ισμαήλ Πασσά 5.000 Αιγυπτιακού στρατού υπό τον Σαχίν Πασσάν, ο οποίος κατέλαβε το χωρίον Βρύσες και ωχυρώθη εκεί. Την 2/11/66 ανεπετάσθη επισήμως η σημαία της επαναστάσεως εις ολην την περιοχήν και εξεπέμπετο από το ιστορικόν όρος της Συκιάς εις όλον τον κόσμον το ψήφισμα της επαναστάσεως «Ένωσις ή Θάνατος».
Συγχρόνως διωρίσθησαν οι στρατιωτικοί αρχηγοί του αγώνος Έλληνες αξιωματικοί οι οποίοι παρητήθησαν των τάξεων του στρατού και έσπευσαν να πολεμήσουν εις Κρήτην. Ο Ταγματάρχης Ι. Ζυμβρακάκης των 4 επαρχιών των Χανίων, ο Συνταγματάρχης Π. Κορωναίος των 4 επαρχιών του Ρεθύμνου και ο Κ. Κόρακας των 11 επαρχιών του Ηρακλείου.
Αι εχθροπραξίαι ήρχισαν τον Αύγουστον του 1866, η επανάστασις επεξετάθη εις όλην την Κρήτην και αι επιτυχίαι διεδέχοντο η μία την άλλην. Οι Τούρκοι ενεκλείσθησαν εις τα φρούρια των πόλεων.
Ο Χειμών του 1866 ήτο δριμύς εις την Κρήτην. Η πείνα εμάστιζε και τα γυναικόπαιδα και τους μαχητάς. Οι λόγοι αυτοί ηνάγκασαν τους Σαρακιανούς να δηλώσουν υποταγήν εις τον Μουσταφά. Τούτο ηνάγκασεν τον αρχηγόν της Δυτικής Κρήτης Ι. Ζυμβρακάκην να απέλθη εκ Σφακίων.
Εν τω μεταξύ ο Τουρκικός Στρατός υπό τον Μουσταφά Πασσά ετράπη εις την περιοχήν του Ρεθύμνου δια να συντρίψη τους περί τον συνταγματάρχην Π. Κορωναίον επαναστάτας. Τότε έλαβεν χώραν το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου.
To Αρκάδι. Από της 3/5/66 εγένοντο συγκεντρώσεις επαναστατών εις το Αρκάδι. Την 24/9/66 ήλθεν εις Κρήτην ίνα μετάσχη του αγώνος και ο Συνταγματάρχης του Ελληνικού Στρατού Π. Κορωναίος και ήλθεν εις το Αρκάδι. Η εκεί επαναστατική επιτροπή και άλλοι προσελθόντες προς τούτο εκ των επαρχιών Καπετανέοι, τον υπεδέχθησαν θερμότατα και τον ανεκήρυξαν αμέσως αρχηγόν της Επαναστάσεως του Νομού Ρεθύμνης. Ο Κορωναίος ώρισε και αυτός το Αρκάδι κέντρον συναθροίσεως των πέριξ τεσσάρων επαρχιών (Ρεθύμνης, Μυλοποτάμου, Αμαρίου και Αγίου Βασιλείου), και περιλθών τας επαρχίας της δικαιοδοσίας του ως και την του Μαλεβυζίου, ανεζωπύρωνε τον αγώνα, εστρατολόγει πολεμιστάς εγνωρίσθη και συνειργάσθη με τους προύχοντας και καπετανέους και ανέφερε τας ενεργείας του εις την Γενικήν Συνέλευσιν. Μετέβη επίσης εις Σφακιά πρός συνάντησιν του εν τω μεταξύ ελθόντος μέ εθελοντάς εξ Ελλάδος (1/10/86) Ταγματάρχου, του Ελληνικού Στρατού Κρητός I. Ζυμβρακάκη, όστις εγένετο αρχηγός των επαναστατών του Νομού Χανίων.
Ο Κορωναίος μελετήσας την τοποθεσίαν της Μονής έκρινεν ότι αύτη δεν ήτο κατάλληλος τόπος δια την άμυναν, λόγω της μεγίστης δυσαναλογίας δυνάμεων των αντιπάλων και ότι ήτο προτιμωτέρα η τακτική του Κλεφτοπολέμου. Εις την γνώμην του Κορωναίου δεν συνεφώνησεν ο Ηγούμενος Γαβριήλ και οι καπετανέοι. Ο Κορωναίος εις τους επιμένοντας να μείνωσιν εις την Μονήν συνέστησε διάφορα μέτρα πρός οχύρωσίν των.΄Αι συστάσεις του Κορωναίου ήσαν ορθαί αλλά δύσκολος ήτο η πραγματοποίησίς των.
Κατόπιν της πείσμονος αντιστάσεως του ηγουμένου εις την γνώμην του Κορωναίου αφήκεν ούτος εις την Μονήν ως φρούραρχον αυτής τον ανθυπολοχαγόν Ι.Κ. Δημακόπουλον και μετέβη εις τας επαρχίας προς στρατολογίαν πολεμιστών. Ο Δημακόπουλος υπεσχέθη να υπερασπίση το Αρκάδι μέχρι τελευταίας πνοής του και εξεπλήρωσε την υπόσχεσίν του.
Το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου έλαβεν χώραν την 9/11/1866. Την παραμονήν το εσπέρας αρξαμένης της επιθέσεως την πρωΐαν έγραφον οι αρχηγοί των εν Αρκάδι επιστολήν προς τον Κορωναίον και τους έξω της Μονής αγωνιστάς δηλούντες την αμετάτρεπτον απόφασίν των και ζητούντες συνδρομήν. Το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου ανεζωπύρωσε το πνεύμα της εμμονής εις τον υπέρ των όλων αγώνα.
Σώματα εθελοντών εξ Ελλάδος κατέφθασαν εις Κρήτην…
Εγεννήθη τη 2/11/1898 (νέον ημερολόγιον) εν Κορίνθω εν τη οικία του εφημερίου του Ναού του Αγίου Παύλου, κειμένη έναντι του ως άνω Ναού όπου και εβαπτίσθη.
Ανάδοχος του βαπτίσματος ήτο η Κυρία Μεντζελοπούλου (Μαμωνά). Ακόμη νηπίου ούτε έτους μετώκησε η οικογένειά του εις Χαλκίδα όπου διέμενε και προηγουμένως μονίμως και όπου φέρεται ο Γεώργ. Κορωναίος εγγεγραμμένος εις το μητρώον των Αρρένων με έτος γεννήσεως 1899.
Η οικογένεια του πατρός του μετώκησεν εις Αθήνας κατ’ Οκτώβριον 1912.
Τακτ. Καθηγητής του Ε.Μ. Πολυτεχνείου: Συγκοινωνιολόγος – Σιδηροδρομικός – Οικονομολόγος – οικονομοτεχνικός, τ. Πρόεδρος του Διοικ. Συμβουλίου των Σιδ/μων του Ελληνικού Κράτους κλπ., πρώην Πρύτανις του Πολυτεχνείου και πρώην Υπουργός. Εγεννήθη τω 1899 εν Χαλκίδι εκ πατρός Νικολάου του υπ’ αριθμ. 13 εκ Ποταμού Κυθήρων και Βιργινίας Αλεξανδρίδου εκ Κύμης.
ΣΠΟΥΔΑΙ: Απεφοίτησε του εν Αθήναις Β΄ Βαρβακείου Γυμνασίου τω 1915 αριστεύσας. Διπλωματούχος της Ανωτ. Σχολής των Πολιτικών Μηχανικών του εν Αθήναις Μετσοβίου Πολυτεχνείου τω 1919 πρώτος κατά σειράν επιτυχίας. Υπότροφος κατόπιν διαγωνισμού του Αβερωφείου κληροδοτήματος του Ε.Μ.Π. δι’ ευρυτέρας σπουδάς εις αλλοδαπήν, όπου επί τετραετίαν συνεπλήρωσε τας σπουδάς του εις Συγκοινωνιακά και Οικονομικά (Βερολίνον) ιδιαιτέρως δε εις Σιδηροδρομικά και Οικονομοτεχνικά θέματα. Διετέλεσε επί τριετίαν υπάλληλος των Γερμανικών Σιδ/μων εργασθείς εις τε τας κατασκευάς νέων γραμμών και την εκμετάλλευσιν και την διοίκησιν των Σιδηροδρόμων.
ΥΠΗΡΕΣΙΑΙ: 1925 – 1928 ιδιώτης, μηχανικός μελετήσας και εκτελέσας πλείστα έργα εν Αθήναις και Επαρχίαις. Υπηρέτησεν εις Δημόσια Έργα Υπουργείου Δημ. Έργων και διετέλεσε Δ/ντής Δημοσίων Έργων Υπουργείου Αεροπορίας (1930-1938) μελετήσας και εκτελέσας όλα τα μέχρι του 2ου Πολέμου αεροδρόμια της Ελλάδος (Ελληνικόν – Ελευσίς – Τατόϊ – Λάρισα – Σέδες – Ηράκλειον Κρήτης κλ.π.). 1927-1930 υπηρέτησεν εις τους Σιδηροδρόμους του Κράτους όπου μεταξύ των άλλων εξεπόνησε τας μελέτας του Νέου Επιβατικού Σταθμού Θεσ/νίκης, Αθηνών και των Σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων Λιμένος Πειραιώς κλπ., από του έτους 1947 Σύμβουλος των Σ.Ε.Κ., από 6/9/56 – 6/9/59 Πρόεδρος του Διοικ. Συμβουλίου αυτών. Από 21/5/55 Σύμβουλος των Σ.Π.Α.Π., 1938 – 27/4/1941 Γενικός Γραμματεύς Υπουργείου Οικονομικών. Προήδρευσε από 23-30/4/41 του εκ Γενικών Γραμματέων και Γενικών Δ/ντών Συμβουλίου, όπερ κατ’ εντολήν της απελθούσης εις Κρήτην Κυβερνήσεως Τσουδερού εν απουσίας ταύτης θα εξετέλει τα καθήκοντα αυτής. Διετέλεσεν Υπουργος Ανοικοδομήσεως από 6/1/50 – 23/3/50 επί υπηρεσιακής Κυβερνήσεως Θεοτόκη. Τον Αύγουστον του 1951 συμπεριελήφθη υπό του Στρατάρχου Παπάγου εις τον συνδυασμόν Αθηνών κατά τας εκλογάς του 1951 – αποχωρήσας τούτου προ των εκλογών. Διετέλεσεν Υπουργός Δημοσίων Εργων από 11/10/1952 έως 19/11/52 επί Υπηρεσιακής Κυβερνήσεως Κιουσοπούλου. Διετέλεσεν Μέλος του Συμβουλίου Επιλογής Νομαρχών κατά τα έτη 1949 – 1950 – 1952 – 1953. Διωρίσθη παρά της Α.Μ. της Βασιλίσσης από 2/6/1950 Σύμβουλος του Θεραπευτηρίου «Εύαγγελισμός» και του Σανατορίου Πάρνηθος. ,Από 12/2/1952 Αντιπρόεδρος του Διοικ. Συμβουλίου και από 19/5/53 Πρόεδρος του Διοικ. Συμβουλίου. Τη 1/1/54 ανενεώθη η θητεία του ως Προέδρου δια μίαν τριετίαν εισέτι. Την 16/11/1952 διωρίσθη παρά της Α.Μ. της Βασιλίσσης Πρόεδρος του Θεραπευτηρίου των Αναπήρων «Άγιος Παύλος» ευθύς άμα τη ιδρύσει του. Απεχώρησεν των Νοσηλευτικών τούτων Ιδρυμάτων την 17/6/54. Από 30/1/57 έως 21/10/57 Μέλος του Διοικ. Συμβουλίου τής Ολυμπιακής Α. Εταιρείας.
ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΗ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ: Επιμελητής Ε.Μ. Πολυτεχνείου. Καθηγητής εις το κέντρον Μετεκπαιδεύσεως Σιδ/κών Υπαλλήλων: 1930-33. Τακτικός Καθηγητής Ε.Μ. Πολυτεχνείου εις την έδραν της Τεχνικής Οικονομίας 1939-1948, από του 1947 Τακτ. Καθηγητής της Σιδηροδρομικής και εντεταλμένος της έδρας της Τεχνικής Οικονομικής. 1944-48 εδίδαξεν επίσης ως εντεταλμένος Καθηγητής Θεωρητικήν και Εφηρμοσμένην Οικονομικήν εν τω Ε.Μ. Πολυτεχνείω. Επίσης τω 1959 εδίδαξεν Οδοποιίαν και Χωματουργίαν. 1945-53 Συγκλητικός. 1947-48 Αντιπρύτανις. Από 1/5/48 – 31/8/49 Πρυτανεύων Αντιπρύτανις.
1949-51 Πρύτανις και 1951-53 Πρυτανεύων Προπρύτανις του Ε- Μ. Πολυτεχνείου. Ως Πρύτανις και Πρυτανεύων 1947-1953 ανασυνεκρότησε το Πολυτεχνείον και καθώρισε και εφήρμοσε την νέαν κτιριακήν, πολιτικήν αυτού. Παρέλαβε το Πολυτεχνείον κατεστραμμένον εκ της στάσεως του Δεκεμβρίου 1944 και επεσκεύασεν αυτό, ανεστήλωσεν τούτο επιστημονικώς, διοικητικώς οικονομικώς και σπουδαστικώς δι’ εντατικής εργασίας και ασυνήθους δραστηριότητας, εξύψωσε το Ίδρυμα πέραν της προπολεμικής του φήμης και έθεσεν τας βάσεις και ήρξατο μεγάλου οικοδομικού, και εργαστηριακού προγράμματος, του θεμελίου λίθου τούτου τεθέντος υπό του Βασιλέως. Ίδρυσεν 6 νέας Σχολάς Υπομηχανικών εις τας επαρχίας (1949) ως και το Κέντρον Ερευνών εν τω Ε.Μ.Π. Διετέλεσε Σύμβουλος εις την Σχολήν μετεκπαιδεύσεως Αξιωματικών Μηχανικού του Ελληνικού Στρατου. Επί Κατοχής Αντιπρόεδρος και είτα Προεδρεύων της Φοιτητικής Εστίας. Από του 1949 επεσκέφθη πολλάκις τας διαφόρους Ευρωπαϊκάς Χώρας ιδίως τα Πολυτεχνεία τούτων. Τον Νοέμβριον του 1953 ηγήθη της πρώτης ομάδος Ελλήνων Δημοσιογράφων, Πολιτικών και Καλλιτεχνών οίτινες επεσκέφθησαν την Ρωσσίαν. Το 1955 απεστάλη παρά της Τεχνικής Βοηθείας και εμελέτησεν εις τας διαφόρους Χώρας της Ευρώπης ιδίως δε εν Γερμανία τα ζητήματα συντονισμού των διαφόρων συγκοινωνιακών μέσων. Από 29/3/54 Πρόεδρος επί δύο συνεχείς τριετίας της Εταιρίας Ευβοϊκών Σπουδών από 24/9/56 – 17/10/57 Αντιπρόεδρος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΙ ΤΟΥ. Έχει γράψει πλείστα άρθρα και έργα επί συγκοινωνιακών και τεχνικοοικονομικών θεμάτων.
Εκ των έργων του αναφέρομεν. 1) Ο Νέος Επιβατικός Σταθμός Θεσ/νίκης 1927, 2) Γενικά περί εκμ/σεως Σιδ/μων. Απόψεις τινές δια την εκμετάλλευσιν των Σ.Ε.Κ. 1928, 3) Υπολογισμός των δαπανών Εκμ/σεως των Γερμανικών Σιδ/μων υπό DR. TECKLENBURG μετάφρασις 1929, 4) Επιβατικός και τοπικός Εμπορικός Σταθμός Σ.Ε.Κ. 1929, 5) Σιδηροδρομικαί εγκαταστάσεις Λιμένος Πειραιώς 1929, 6) Στοιχεία Τεχνικής Εκμεταλλεύσεως 1931, 7) Μεταφοραί και Τεχνική Εκμ/σις ως βάσις διά την μελέτην του οδικού και σιδ/κου ζητήματος 1932, 8) Το σύστημα BEDAUX 1938, 9) ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ – ΤΕΧΝΙΚΗ. ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΙΣ – ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΙΣ 1939, 10) Τεχνική εκμ/σις των έργων 1942, 11) Θεωρητική και Εφηρμοσμένη Οικονομική 1948, 12) Τεχνική εκ/σις των έργων 1948, 13) Θεωρία των επιχειρήσεων 1950, 14) Τι δεν είδαν είς την Ρωσσίαν 1953, 15) Σιδηροδρομική Ι. Γενικά-χαράξεις – τροχ. υλικόν – υποδομή – επιδομή – αλλαγαί – διασταυρώσεις 1954, 16) Σιδηροδρομική Ι. Υποδομή 1954, 17) Σιδηροδρομική – Χωματουργία – Σήραγγές 1954, 18) Σιδηροδρομική II. Σταθμοί και Σήματα – Εγκαταστάσεις Ασφαλείας 1954, 19) Σιδηροδρομική III. Εκμετάλλευσις Σιδ/μων 1954, 20) Θεωρία των εκμεταλλεύσεων 1954, 21) Σιδηροδρομική IV. Ανωδομή – Εργοστάσια – Μεταφοραί – Τιμολόγια- Διοίκησις 1955, 22) Σιδηρόδρομος – Αυτοκίνητον 1955, 23) Νέος τρόπος συνδέσεως σιδηροτροχιάς και ξύλινων στρωτήρων 1955, 24) Κορώνεια-Κορώνη-Κορωναίοι-Κορωναίος 1959.
ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΡΑΣΙΣ. Από του 1926 Μέλος και είτα Πρόεδρος (1930-31) της Διοικήσεως του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος. 1931-33 Μέλος της Διοικήσεως του Τεχν. Επιμελητηρίου Ελλάδος. Από του 1947 Πρόεδρος της Ενώσεως Μηχανικών Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών Δημοσίων Υπαλλήλων. Από του 1948-50 Πρόεδρος του Γενικού Συμβουλίου Α.Δ.Ε.Δ.Υ. (της Ανώτατης Διοικήσεως Ενώσεως Δημοσίων Υπαλλήλων). ΜΕΛΟΣ της Ligue Franco-Hellenique. Μέλος της Βασιλικής Αερολέσχης της Ελλάδος. Μέλος της Αθηναϊκής Λέσχης. Μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός».
ΕΘΝΙΚΗ ΔΡΑΣΙΣ. Επί Κατοχής (1943) εφυλακίσθη επί κατασκοπεία παρά των Ιταλών εις τας Φυλακάς Καλλιθέας (Αθηνών) είτα Ξυλοκάστρου, είτα Ακροναυπλίας Πελοποννήσου.
ΤΙΜΗΤΙΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ – ΠΑΡΑΣΗΜΑ.
Ελληνικά: Χρυσούς Σταυρός του Τάγματος Γεωργίου του Α΄ 1937. Σταυρός των Ταξιαρχών του Τάγματος του Φοίνικος 1940. Σταυρός των Ταξιαρχών, του Τάγματος Γεωργίου του Α΄ 1951. Σταυρός των Ανωτέρων Ταξιαρχών του Τάγματος του Φοίνικος 1955.
Γαλλικά: Ταξιάρχης του Τάγματος του Μέλανος Αστέρος (1949).
ΔΙΑΦΟΡΑ: Δυο τέκνα, έγγαμος.
ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ: Οικία Φωκυλίδου II, Αθήναι
» Εκάλης, οδός Παπάγου