β. Κορώνη
1) Αρχαία Κορώνη
Αρχαία πόλις της Μεσσηνίας κειμένη επί της Δυτικής πλευράς του Μεσσηνιακου Κόλπου. το Εθνικόν: Κορωνιεύς και Κορωναιεύς, Κορωναίοι και Κορωναιείς. Αναφέρεται υπό του Παυσανίου, Στράβωνος, Πτολεμαίου, Στεφάνου Βυζαντίου και Πλινίου.
Κατά τον Παυσανίαν η πόλις αυτή ιδρύθη εν τη θέσει της ομηρικής πόλεως Αιπείας, ή κατά τον Στράβωνα της Πηδάσου, μιας εκ των επτά. πόλεων αίτινες καθ’ Όμηρον εδόθησαν υπό του Αγαμέμνονος εις τον μηνίοντα Αχιλλέα, κατά την εν έτει 365 π.Χ., μετά την πτώσιν των Βοιωτών, επανεγκατάστασιν των Μεσσηνίων εις την πατρίδα των υπό του Επαμεινώνδου έλαβε δε αρχικώς το όνομα Κορώνεια διότι ο Επιμηλίδης, όστις ίδρυσε την νέαν πόλιν, κατήγετο εκ της Κορωνείας της Βοιωτίας. Το όνομα τούτο μετέβαλον οι Μεσσήνιοι εις Κορώνην, διότι κατά την εγχώριον παράδοσιν, ευρέθη κατά την θεμελίωσιν των τειχών της πόλεως, χαλκίνη κορώνη, δι’ ό και το πτηνόν τούτο έγινε έμβλημα της πόλεως, τοιούτον δε πτηνόν εκράτει και το χάλκινον άγαλμα της Αθηνάς επί της Ακροπόλεως. Η πόλις τειχισθείσα αμέσως εξειλίχθη ταχέως εις αυτόνομον πολιτείαν.
Κατά το 191π.Χ. εκδίδει ακόμη νομίσματα με την επιγραφήν ΚΟΡ ή ΚΟΡΩΝΑΙΩΝ. Κατά το 184 π.Χ. εισέρχεται εις την Αχαϊκήν συμπολιτείαν και εκδίδει νομίσματα με την επιγραφήν ΑΧΑΙΩΝ ΚΟΡΩΝΑΙΩΝ. Τω 245 μ.Χ. ευρίσκομεν ακόμη την Κορώνην μέλος της Αχαϊκής συμπολιτείας.
Κατά τον Παυσανίαν εκείτο δυτικώς των κατά το βόρειον τμήμα του Μεσσηνιακου κόλπου εκβολών του ποταμού Παμίσου, παρά την θάλασσαν και εις τους πρόποδας του όρους της Μαθίας (Λυκόδιμο σήμερον). Εις τους πρόποδας του όρους τούτου κείται σήμερον το χωρίον Πεταλίδι επί της τοποθεσίας της Αρχαίας Κορώνης.
Η πόλις της Κορώνης απετελείτο εκ της άνω πόλεως και εκ της κάτω του λιμένος.
2) Μεσαιωνική Κορώνη
Οι κάτοικοι της αρχαίας Κορώνης φεύγοντες τας κατά τον μεσαιώνα ταραχάς κατέφυγον και μετώκησαν κάποτε εις απόστασιν τινά από της αρχαίας Κορώνης εις τον όχυρον Βράχον παρά το Ακρωτήριον Ακρίτα (επί της τοποθεσίας και των ερειπίων της αρχαίας Ασίνης) συμπαραλαβόντες και το όνομα της γενετείρας των, και ωκοδόμησαν την μεσαιωνικήν Κορώνην (εκεί που ευρίσκεται σήμερον η νέα Κορώνην). Η μετακίνησις των Κορωναίων εις την νεαν πατρίδα πρέπει να συνετελέσθη εντός του 5ου μ.Χ. αιώνος.
Η μεσαιωνική Κορώνη αναφέρεται υπό του γραμματικού Ιεροκλέους εις τον συνέκδημον αυτού ως πόλις της επαρχίας της Ελλάδος υπό τόν τύπον Κορωνία.
Η μεσαιωνική Κορώνη εγκαίρως εξελίχθη εις πόλιν σημαντικήν και λόγω της θέσεως και λόγω ευπορίας των κατοίκων και η σημασία της υπήρξε μεγάλη. Τούτο πιστοποιείται έκτου σπουδαίου γεγονότος ότι εδέχθη η Κορώνη ταχέως τον Χριστιανισμόν και απέκτησε παλαιόν χριστιανικόν ναόν. Αναφέρεται προ του 723 μ.Χ. εν τη τάξει πρωτοκαθεδρίας.
Η Κορώνη αύτη επιζή δια μέσου των αιώνων, ανθίσταται εις τας Εθνικάς δοκιμασίας και φρούριον καθώς είναι πραγματικόν εκ φύσεως, εις σημείον επίκαιρον, χρησιμοποιείται συχνά ως σταθμός των ναυτιλλομένων και ορμητήριον, αλλά και τόπος δι’ επισκέψεις ταξιδιωτών και εγκαταστάσεως ξένων.
Μετά την εισβολήν και εγκατάστασιν εν Πελοποννήσω των σλαβικών φυλών η Κορώνη διετήρησε τον ελληνικόν αυτής χαρακτήρα. Αναφέρεται η επισκοπή Κορώνης επί Νικηφόρου Α΄ (802–811) ως και η πόλις εις οδοιπορικόν προσκυνητών των Αγίων Τόπων εξ Ευρώπης, οίτινες κατά τον πλουν των εστάθμευον παρ’ αυτήν, ωσαύτως δε και υπό του Άραβος Ιντρισί (1133) ως πόλις μικρά μεν αλλά οχυρά. Η Κορώνη κατελήφθη υπό των Φράγκων το 1205, οπότε αρχίζει νέα περίοδος δια την ιστορίαν της πόλεως. Ο ηγεμών της Αχαίας Γουλιέλμος Σαμπλίτης παρεχώρησεν αυτήν εις τον Γοδεφρίδον Βιλλαρδουίνον, αλλά τω 1206 Βενετικός στόλος εξεδίωξε μετά μακρόν αγώνα την μικράν φραγκικήν φρουράν της Κορώνης και κατέλαβον αυτήν επ’ ονομάτι της Βενετικής Πολιτείας (ως και την Μεθώνην). Έμποροι και κοσμολίται ούτοι εχρειάζοντο τα δύο ταύτα οχυρά επίνεια ως σταθμούς ανεφοδιασμού κατά τους προς Ανατολήν πλους.
Τω 1209 ο Βιλλαρδουίνος δια συνθήκης ανεγνώρισε την εξουσίαν των Βενετών επί της Κορώνης. Η κατοχή της Κορώνης μετά των λοιπών κτήσεων της Βενετίας εν Πελοποννήσω παρετάθη επί μακρόν πέραν των τριών αιώνων.
Καθ’ όλην την διάρκειαν της Ενετικης κατακτήσεως η Κορώνη απέβη σπουδαίον κέντρον εμπορικόν και βιομηχανικόν. Πλην άλλων προϊόντων παρήγεν έλαιον εξαιρετικόν, μέταλλα και χρήσιμον εις βαφικούς σκοπούς πρινόκκοκον, ήκμαζε δε εν Κορώνη η Βιομηχανία: Σπουδαίαι υπήρξαν αι κατά χώραν βιομηχανικώς κατασκευαζόμεναι πολιορκητικαί μηχαναί, που είχον διαδοθή εις όλον τον κόσμον. Περιώνυμοι άλλωστε υπήρξαν και κατά τον 14ον και 16ον αιώνα οι Κορωναίοι Μηχανικοί, οίτινες ήσαν περιζήτητοι δια τας πολιορκίας κάστρων. Εις τον λιμένα της πόλεως είχε κτισθή ναύσταθμος ενετικός. Η ακμή της πόλεως ήτο τοιαύτη ώστε το 1291, διετάχθη όπως ομού μετά της Μεθώνης αποστέλωσιν εις την Βενετίαν εκ των περισσευμάτων των προσόδων των δύο χιλιάδας ουγγίας χρυσού. Εις φορολογίαν υπεβάλλετο και ο ορθόδοξος κλήρος, μολονότι οι Βενετοί είχον προσενεχθή μετ’ ανεκτικότητος προς τους ορθοδόξους επισκόπους της Κορώνης. Πάντα ταύτα κατέστησαν την Κορώνην κέντρον ουχί τυχαίον. Ο διαρκώς αυξανόμενος πληθυσμός αυτής, περιελάμβανε πλήν των Ελλήνων και των Ενετών, πολυαρίθμους Εβραίους και Αλβανούς και άλλους. Οι Ενετοί εφρόντισαν να οχυρώσουν την πόλιν δι’ ισχυρών φρουρίων να κοσμήσουν δ’ αυτήν και δι’ άλλων κτισμάτων (Ίδε περιγραφήν του εξ Αγκώνος Κυριακού).
Μετά την άλωσιν της Βασιλευούσης, ότε πόλεμοι αιματηροί εσημειώθησαν εις Πελοπόννησον μεταξύ Ενετών και Τούρκων η Κορώνη εχρησιμοποιήθη πολλάκις ως ορμητήριον των Ενετών, συνεπολέμησαν δε τότε μετ’ αυτών και Έλληνες κατά των Τούρκων. Εις χείρας των τελευταίων περιήλθεν η Κορώνη τω 1500. Εν τη καθολική Μητροπόλει της Κορώνης μεταβληθείσης εις τζαμίον προσηυχήθη ο σουλτάνος Βαγιαζίτ αφιερώσας και τας προσόδους της πόλεως εις την ιεράν πόλιν της Μέκκας. Μετά τινά όμως έτη τω 1532 ο Γενουήνσιος Ναύαρχος Καρόλου του Ε΄, Ανδρέας Δόριας κατέλαβε πάλιν την Κορώνην επί κεφαλής Ισπανών, Μελιταίων Ιπποτών και εκπροσώπων του Πάππα βοηθούμενος και υπό εντοπίων. Δεν παρετάθη όμως πέραν των δύο ετών η κατοχή του φρουρίου, παραδοθέντος και πάλιν εις τους Τούρκους. Πολλοί κάτοικοι της Κορώνης τότε κατά το πλείστον μετωκίσθησαν εις Ιταλίαν και πολλοί εξ αυτών υπηρέτησαν ως στρατιώται υπό διαφόρους ηγεμόνας. Διά τελευταίαν φοράν η Κορώνη κατελήφθη υπό των Ενετών κατά την τριακονταετή κατάκτησιν της Πελοποννήσου υπ’ αυτών μεταξύ των ετών 1685–1715.
Περί τα τέλη Μαρτίου του 1821 οι Έλληνες επολιόρκησαν το κάστρον της Κορώνης, απέτυχον όμως λόγω της προδοσίας ξένων τινών μισθοφόρων. Ότε ήλθεν ο Ιμπραήμ Πασάς η Κορώνη κατελήφθη από τους Άραβας μέχρι του Αυγούστου του 1828. Τω 1828 κατελήφθη υπό τον Μαιζών Γάλλων παραδοθέν υπ’αυτών βραδύτερον εις τους Έλληνας.
3) Νέα Κορώνη
Κωμόπολις της επαρχίας Πυλίας εν τω νομώ Μεσσηνίας, έδρα της ομωνύμου κοινότητας Κορώνης, επί της Μεσαιωνικής Κορώνης. Κάτοικοι (1940), 2770 απέχει της Πύλου περί τας οκτώ ώρας.
Σήμερον ο επισκέπτης έχει προ αυτού το σπουδαίον φυσικόν φρούριον με την φραγκικής κατασκευής οχύρωσίν του, της οποίας διακρίνεται καλώς ο πυρήν. Περαιτέρω αι κατά καιρούς πραγματοποιηθείσαι προσθήκαι υπό των Ενετών. Τα εις το εσωτερικόν ερείπια πρέπει να χρονολογηθούν από των αυτοκρατορικών χρόνων.
4) Άλλαι πόλεις με το όνομα «Κορώνη»
α) Κορώνη ή Κορωνία ή Κορώνεια, 1400 π.Χ. (Τουρκοκρατούμενη Ελλάς Κ. Σάθα): Αρχαία πόλις της Κύπρου εν Κερυνεία. Τα ερείπιά της κείνται επί λόφου καλουμένου Κορωνιαίς.
β) Κορώνη: χωρίον υπαγόμενον εις την κοινότητα Λιγουρίου της επαρχίας Ναυπλίας του Νομού Αργολίδος.
γ) Κορώνη: Χωρίον της επαρχίας Νικοπόλεως και Πάργας του Νομού Πρεβέζης.
δ) Κορώνη ή Κορώνεια, η νοτίως του κόλπου του Πόρτο – Ράφτη Αττικής Χερσόνησος.
ε) Μονή Κορώνης παρά την Καρδίτσαν (Πίνδος).